Η δημιουργία του μετοχίου της αθωνικής μονής Αγίου Παύλου στην Κασσάνδρα εντάσσεται σε μία ευρύτερη πολιτική ανασυνοικισμού της χερσονήσου από τον δεσπότη (ηγεμόνα) της Θεσσαλονίκης Ιωάννη Ζ΄ Παλαιολόγο. Τον Ιανουάριο του 1407, ο Ιωάννης Ζ΄ δωρίζει στη μονή Αγίου Παύλου και στον ηγούμενό της Θεόδουλο το παλαιόν χωρίον Άγιος Παύλος στην Κασσάνδρα μαζί με τις εκεί εγκαταστημένες 15 οικογένειες αγροτών, με καλλιεργήσιμη γη εκτάσεως 10 ζευγαριών και δικαιώματα από την τοπική αλιεία. Οι μοναχοί αναλάμβαναν την υποχρέωση να καταβάλλουν στο κράτος το 1/30 των εισοδημάτων προκειμένου να συντηρείται και να επανδρώνεται το γειτονικό κάστρο. Για το «παλαιοχώριον» δεν έχουμε κάποια άλλη πληροφορία ούτε γνωρίζουμε την ακριβή θέση του. Με βάση ωστόσο ένα έγγραφο από το Αρχείο της μονής Βατοπεδίου μπορεί να ταυτιστεί με το χωριό «Άγιος Παύλος» το οποίο το 1321 συνέδεε αμαξιτή οδό με την Άθυτο, και πρέπει να βρισκόταν κοντά στη σημερινή Νέα Φώκαια. Ένα μήνα αργότερα ο ίδιος ηγεμόνας εκδίδει χρυσόβουλο σύμφωνα με το οποίο παραχωρεί ένα μεγάλο μέρος των κρατικών εισοδημάτων της Κασσάνδρας σε έξι μονές, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν και η μονή του Αγίου Παύλου, η αδελφότητα της οποίας μετά το θάνατό του όφειλε να τελεί μία λειτουργία κάθε εβδομάδα υπέρ της αναπαύσεως της ψυχής του. Συγκεκριμένα στο χρυσόβουλο αναφέρεται ότι «…ο Ιωάννης τοποθετήθηκε δεσπότης της Θεσσαλονίκης,…, θέλησε να ανακαινίσει το τείχος γύρω από την Παλήνη…. το οποίο είχε περιπέσει σε κατάσταση ερειπίου. Ο Ιωάννης ανακαίνισε όχι μόνο αυτό, αλλά και όσα άλλα υπήρχαν στη χερσόνησο, ενώ έχτισε επιπλέον πύργους, … Όσο ο Ιωάννης θα είναι εν ζωή οι μονές δεν έχουν κάποια υποχρέωση απέναντί του. Μετά το θάνατό του η καθεμιά από αυτές οφείλει να τελεί μια λειτουργία κάθε εβδομάδα … η Αγίου Παύλου υπέρ της ψυχής του ιδίου…». Την προαναφερθείσα δωρεά στην Κασσάνδρα επικυρώνει το 1408, ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, με επίσημο έγγραφό του («πρόσταγμα»), μετά από σχετικό αίτημα των Αγιοπαυλιτών, προκειμένου να εξασφαλιστούν από μελλοντικές επεμβάσεις τρίτων. Η πολιτική του Ιωάννη Ζ΄ Παλαιολόγου συνεχίστηκε από τον διάδοχό του Ανδρόνικο Β΄, ως μια ύστατη προσπάθεια οχύρωσης της Κασσάνδρας προκειμένου να αντισταθεί αποτελεσματικά στις επιδρομές των Οθωμανών.
Η αποτελεσματική εξάλλου οχύρωση της χερσονήσου θα εξασφάλιζε ένα πλησιέστατο τόπο παροχής σίτου για την Θεσσαλονίκη ενισχύοντας την αμυντική ικανότητα της πόλης. Στο πλαίσιο αυτό το Φεβρουάριο του 1415, ο δεσπότης Θεσσαλονίκης Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος παραχωρεί στη μονή Αγίου Παύλου λιβαδότοπο στη θέση Σούρου στην Κασσάνδρα, προκειμένου οι μοναχοί να τον μετατρέψουν σε ελαιώνα. Επιπλέον τους δίνει το δικαίωμα να λαμβάνουν ετησίως 6 κιλά αλάτι από τις αλυκές της χερσονήσου. Στο Αρχείο της μονής φυλάσσεται και ένα έγγραφο του ίδιου έτους, στο οποίο περιγράφονται τα όρια του μετοχίου στην Κασσάνδρα. «…Ξεκινά από την παραλία, δίπλα στην τοποθεσία Δαφνί, … στη συνέχεια στρέφεται προς νότο και ακολουθεί κατά μήκος το μεγάλο ρυάκι, έχοντας δεξιά το περιοριζόμενο και αριστερά τα κτήματα της Αφέτου. Αφήνοντας το ρυάκι … φτάνει στον μεγάλο αμαξιτό δρόμο που πηγαίνει από το κάστρο της Κασσάνδρας στον Άγιο Δημήτριο. Στη συνέχεια στρέφεται προς τη δύση και συναντά το μικρό ρυάκι που ονομάζεται Σταυρός, επειδή δημιουργείται σταυροδρόμι. Το μήκος μέχρι εδώ είναι εκατόν ογδόντα δύο σχοινία … Από εκεί, … και αφού στραφεί ανατολικά, βαδίζει επάνω στην ακρογιαλιά και περικλείοντας τον νεωστί οικοδομηθέντα πύργον καταλήγει στο μέρος απ’ όπου ξεκίνησε,…». Με τις προαναφερθείσες ενέργειες της κεντρικής εξουσίας ο μετοχιακός πύργος της μονής Αγίου Παύλου αποτελούσε ασφαλές καταφύγιο για τους κατοίκους της περιοχής σε περίπτωση πειρατικής επιδρομής αλλά Νικόλαος Αρ. Μερτζιμέκης Δρ Αρχαιολόγος – Βυζαντινολόγος
Το μετόχι της Αθωνικής Μονής Αγίου Παύλου στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής: Οδοιπορικό στην ιστορία του Το μετοχιακό συγκρότημα της αθωνικής μονής Αγίου Παύλου στην Κασσάνδρα ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ 22 ΠΑΓΧΑΛΚΙΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ, Τεύχος 45ο και συνέβαλε σε ένα δίκτυο επικοινωνίας και προστασίας ανάμεσα στα οχυρά και τους πύργους της χερσονήσου για ένα ευρύτερο και πιο αποτελεσματικό έλεγχο των ακτογραμμών της. Η συμμετοχή του μετοχίου στην άμυνα και προστασία της χερσονήσου είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς συντελεί στη διατήρηση ενός πιο ασφαλούς και σταθερού κλίματος και δρα καταλυτικά ενάντια στην ερήμωση της περιοχής και την κατάληψή της από εχθρικές δυνάμεις. Τον Μάρτιο του 1417, μετά από αίτημα της Μονής, ο Ανδρόνικος Β΄ παραχωρεί επιπλέον 30 ζευγάρια γη στους Αγιοπαυλίτες στο παλαιοχώριο Άγιος Παύλος στην Κασσάνδρα και κατ’ αυτόν τον τρόπο αυξάνονται τα περιουσιακά στοιχεία τους στην περιοχή. Το 1423 η Θεσσαλονίκη μαζί με την Κασσάνδρα παραχωρήθηκαν στους Βενετούς, οι οποίοι ως νέοι κύριοι της περιοχής, ενίσχυσαν τις οχυρώσεις θέλοντας να προστατεύσουν την χερσόνησο από τις επιθέσεις των Οθωμανών. Παρόλα αυτά, το 1430 η χερσόνησος της Κασσάνδρας καταλήφθηκε οριστικώς από τους Οθωμανούς, εντάχθηκε στο οθωμανικό κράτος και έχασε την στρατηγική σημασία της, με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη και την σταδιακή ερήμωσή της.
Μετά την κατάληψη της Κασσάνδρας και μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα, το μετόχι φαίνεται ότι παρέμεινε εγκαταλελειμμένο. Το 1590 ο σουλτάνος Μουράτ Γ΄ παραχώρησε τη χερσόνησο της Κασσάνδρας ως βακούφι στον λευκό αρχιευνούχο του παλατιού Ğazanfer ağa, ο οποίος προχώρησε σε πώληση των εγκαταλελειμμένων εκτάσεων σε αγιορείτικες μονές με σκοπό να καταστήσει το βακούφι προσοδοφόρο. Στο πλαίσιο αυτό, το 1591, οι Αγιοπαυλίτες αγόρασαν το παλαιό μετόχι τους στην Κασσάνδρα για το ποσό των 3.000 άσπρων. Τα έσοδα του βακουφιού προορίζονταν για δώρα των φτωχών των δύο ιερών πόλεων, Μέκκας και Μεδίνας και για τις απολαβές της αυτοκρατορικής ακολουθίας, ενώ τα υπόλοιπα για τα έξοδα συντήρησής του. Καθίσταται σαφές πως η Μονή επαναγόρασε ουσιαστικά το βυζαντινό μετόχι της στην Κασσάνδρα. Στα έγγραφα αναφέρεται ότι η γη ήταν χέρσα και ακαλλιέργητη και ότι οι μοναχοί μπορούσαν να εκμεταλλευτούν όση γη ήταν κατάλληλη για καλλιέργεια, ενώ την υπόλοιπη μπορούσαν να τη χρησιμοποιήσουν ως βοσκοτόπια. Και στις δύο περιπτώσεις θα πλήρωναν κανονικά στο βακούφι τις δεκάτες και τους φόρους βοσκής αντίστοιχα. Στο ίδιο έγγραφο δίνονται και τα όρια του μετοχιού που έχουν ως εξής: «…από τη μικρή θάλασσα (Τορωναίος κόλπος) το σύνορο φτάνει στη Δάφνη, από κει κατά μήκος του δρόμου φτάνει στη στρόγγυλη πέτρα στα δεξιά του δρόμου, μετά στο γαλάζιο μάρμαρο και καταλήγει πάλι στη μικρή θάλασσα…». Το 1615 πέντε Αγιοπαυλίτες μοναχοί πωλούν καλλιεργήσιμες εκτάσεις του μετοχίου σε χριστιανούς κατοίκους της Αθύτου, οι οποίοι καταβάλλουν το ποσό των 50.000 άσπρων. Το 1684 ο γενικός καπετάνιος της Βενετίας Francesco Morosini επιστρέφοντας από την Θάσο περνά από την Κασσάνδρα, την λεηλατεί και πυρπολεί δύο πύργους της, ο ένας εκ των οποίων εικάζουμε ότι ήταν ο μετοχιακός πύργος της μονής Αγίου Παύλου. Κατά τους επόμενους δύο αιώνες οι ιστορικές πηγές αναφέρονται σε αγοραπωλησίες των Αγιοπαυλιτών, αλλά ταυτόχρονα μας πληροφορούν και για μια σειρά από αντιδικίες, έριδες και αντιπαραθέσεις, άλλοτε με τους κατοίκους της γειτονικής Αθύτου και άλλοτε με τα όμορα αθωνικά μετόχια (Μ. Λαύρας, Διονυσίου, Εσφιγμένου, κλπ.), που φτάνουν μέχρι και την παρέμβαση του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος απειλεί με επιτίμιο τους αντιδικούντες. Στις αρχές του 19ου αιώνα το μετοχιακό συγκρότημα συνδέεται με την Επανάσταση στη Χαλκιδική. Συγκεκριμένα μετά τη μάχη του Εγρί Μπουτζάκ (Νέα Απολλωνία) στις 15 Ιουνίου 1821, ο αρχηγός της Επανάστασης στη Χαλκιδική Εμμανουήλ Παπάς μεταβαίνει στον Πολύγυρο και από εκεί με όσους από τους πολεμιστές του επέζησαν, κατευθύνθηκαν στην Κασσάνδρα, όπου εγκαθιστά το στρατηγείο του στον μετοχιακό πύργο της μονής Αγίου Παύλου (Εικ. 2). Οι Κασσανδρινοί είχαν εξεγερθεί ήδη από την 29η Μαΐου «…ημείς, οι εν τη χερσονήσω Κασσάνδρα εσηκώσαμεν τ’ άρματα κατά του τυράννου μας…». Στις 14 Νοεμβρίου 1821, όπως αναφέρουν οι πηγές «…ο Αμπτούλ Ρομπούτ πασάς ήλθεν εις Κασσάνδραν, την οποίαν νικήσας κατέστρεψε, αιχμαλωτίσας πλήθη χριστιανών, όσοι εκεί ευρέθησαν, και πολλούς αποκτείνας…».
Οι επαναστάτες αποτραβήχτηκαν τότε μέσα στο δάσος, όπου και σταμάτησαν για λίγο τους Τούρκους. Έτσι έδωσαν χρόνο στα γυναικόπαιδα να επιβιβαστούν στα Ψαριανά καράβια. Τότε και ο Εμμανουήλ Παπάς με τον γιο του Αθανάσιο, κατόρθωσε να φθάσει στην Άθυτο Εικ. 2 Ο Εμμανουήλ Παπάς με τους Κασσανδρινούς αγωνιστές στον μετοχιακό πύργο της μονής Αγίου Παύλου και από εκεί να περάσει διά θαλάσσης με λίγους δικούς του στο Άγιον Όρος. Την ίδια ημέρα κατά την κατάληψη και το χαλασμό της Κασσάνδρας πυρπολείται ο πύργος και το μετοχιακό συγκρότημα της μονής Αγίου Παύλου. Το 1868 κτίζεται ο μετοχιακός ναός των Αγίων Αποστόλων, ενώ στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα πραγματοποιούνται οικοδομικές εργασίες και αποκαταστάσεις στο μετοχιακό συγκρότημα (πύργος, βοηθητικά κτίρια, πηγάδι, κλπ.). Από το αρχειακό υλικό της Μονής πληροφορούμαστε ότι τον λιμενίσκο του μετοχίου χρησιμοποιούν για μεταφορά προϊόντων από και προς το Άγιον Όρος και άλλες μονές που είχαν μετόχια στην Κασσάνδρα. Την ίδια περίοδο τα έγγραφα μας ενημερώνουν για την παραγωγική δραστηριότητα του μετοχίου, το οποίο εκτός από την κτηνοτροφική μονάδα αμνοεριφίων και βοοειδών, είχε και σημαντική παραγωγή κριθαριού, σιταριού, βρώμης, κουκιών και ρόβης. Οι μετοχιακές εκτάσεις διατηρήθηκαν στην κυριότητα της Μονής μέχρι την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Μέχρι το 1925 το μετόχι και ο προσφυγικός οικισμός υπάγονταν στην Κοινότητα της γειτονικής Αθύτου. Με Διάταγμα του 1925 ο συνοικισμός «Μετόχιον Αγίου Παύλου» μετονομάστηκε σε «Νέα Φώκαια» και αναγνωρίσθηκε ως αυτοτελής κοινότητα. Από το 1968 το μετοχιακό συγκρότημα συγκαταλέγεται στον κατάλογο των κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και μνημείων και προστατεύεται από το Υπουργείο Πολιτισμού. Το 1996 η 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε ανασκαφική έρευνα στο εσωτερικό του πύργου, με βασικό στόχο την ανεύρεση στοιχείων που να βοηθούν στη χρονολόγησή του. Το μόνο που αποκαλύφθηκε ήταν ένα στρώμα πυρκαγιάς στο υπόγειο που αποδίδεται στην πυρπόληση του 1821. Κάτω από αυτό, το υπόγειο ήταν καθαρό, με κάποιες ενδείξεις που ανάγονται στο 17ο αιώνα, οι οποίες θα μπορούσαν να συνδεθούν με την προαναφερθείσα πυρπόληση των δύο πύργων στην Κασσάνδρα από τον Βενετό Francesco Morosini το 1684. Τέλος το 2020 η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους ολοκλήρωσε τις εργασίες αποκατάστασης του πύργου και στο πλαίσιο των καλοκαιρινών εκδηλώσεων διοργάνωσε τρισδιάστατη προβολή ντοκιμαντέρ στις όψεις του μνημείου με τίτλο «Ένας πύργος αφηγείται την ιστορία του».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ • Αρχείο Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου • Π. Γ. Στάμου, Η Ηρωική Κασσάνδρα ανά τους αιώνας, Αθήναι 1961. • Ι. Α. Παπάγγελος, Περί των πύργων της Χαλκιδικής, Ελληνικό Πανόραμα, τεύχος 18, 2000. • Φ. Π. Κοτζαγεώργης, Η αθωνική μονή Αγίου Παύλου κατά την οθωμανική περίοδο, Θεσσαλονίκη, 2002.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΠΑΓΧΑΛΚΙΔΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ» Έτος ιδρύσεως 1903 ΤΕΥΧΟΣ 45ο • Οκτώβριος – Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2020