Ο ESM ζητάει από την ελληνική πλευρά να αναλάβει ουσιαστικές δεσμεύσεις ότι θα πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%, έως και το 2022, όπως ρητώς και κατηγορηματικώς προβλέπεται στην συμφωνία της χώρας με τους δανειστές. Παράλληλα ζητάει την διεύρυνση της φορολογικής βάσης, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι ήταν λάθος και διαφωνεί με την κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου.
Όπως σημειώνει ο επικεφαλής του ESM Κλ. Ρέγκλινγκ, «ο ESM πέτυχε δυο ορόσημα το 2018. Την επιτυχημένη ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδας και την συμφωνία των Ευρωπαίων ηγετών για ένα πακέτο εμβάθυνσης της νομισματικής ένωσης, περιλαμβανομένων βημάτων για την ενίσχυση του ESM».
Σημειώνει επίσης ότι η Ελλάδα χάρις στο φθηνό δανεισμό του Ταμείου εξοικονόμησε πέρυσι 13 δισ. ευρώ σε τόκους, ποσό που αντιπροσωπεύει το 7% του ΑΕΠ της χώρας.
Ο επικεφαλής του ESM θυμίζει ότι μετά το πακέτο ελάφρυνσης χρέους που αποφασίστηκε πέρυσι η Ελλάδα δεν θα αρχίσει να πληρώνει για τα περισσότερα δάνεια του EFSF πριν από το 2033, ενώ η μέση διάρκεια του χρέους είναι πλέον 42,5 χρόνια.
Και κάπου εδώ τελείωσαν οι διαπιστώσεις και τα αισιόδοξα μηνύματα και ξεκινούν οι προειδοποιήσεις. Όπως σημειώνει η χώρα μας ανέλαβε τη δέσμευση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και «μεταξύ αυτών να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022», καθώς και να τηρεί τους ευρωπαϊκούς κανόνες ειδικά σε ό,τι αφορά δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι η χώρα κατάφερε το 2018 να εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα 4,3% του ΑΕΠ, πάνω από το στόχο και θυμίζει ότι ακυρώθηκε η μείωση των συντάξεων κάτι που συνεπάγεται επιπλέον δαπάνες. Επισημαίνει ότι για το μέλλον είναι σημαντικό «να συνδυάσει τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις με πολιτικές και δημόσιες επενδύσεις που στηρίζουν την οικονομική ανάκαμψη, ενισχύουν την εμπιστοσύνη της αγοράς και διατηρούν την ανάπτυξη».
Αφού κάνει αναλυτική αναφορά στα όσα πέτυχε η χώρα τα χρόνια των προγραμμάτων προσαρμογής (μείωση ελλείμματος, ελάφρυνση χρέους, μεταρρυθμίσεις, περιορισμός εργατικού κόστους κ.τλ.) η έκθεση τονίζει ότι θα πρέπει διευρυνθεί η φορολογική βάση στέλνοντάς «σήμα» προς την επόμενη κυβέρνηση, που και αυτή είχε ταχθεί υπέρ της κατάργησης του αφορολόγητου. Όπως σημειώνεται τα δημόσια οικονομικά πρέπει να παραμείνουν σε βιώσιμο μονοπάτι, κάτι που απαιτεί περισσότερο φιλικές προς την ανάπτυξη πολιτικές. Οι μεταρρυθμίσεις που ήδη εφαρμόστηκαν, όπως αυτές στα εργασιακά και η μείωση των φόρων εισοδήματος με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης πρέπει να διατηρηθούν και δεν πρέπει να αντιστραφούν, υπονοώντας σαφώς την αντίθεσή του με την κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου.
Σε περίπτωση δικαστικών αποφάσεων που θα ανατρέψουν βασικές δομικές μεταρρυθμίσεις η προσαρμογή σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό αντίκτυπο θα πρέπει να γίνουν κυρίως στο ίδιο πεδίο με αυτό που θα αφορά η απόφαση.