Σήμερα η Επιτροπή παρουσιάζει μια σειρά συστάσεων για τη δημιουργία ενός ασφαλούς συστήματος που θα επιτρέπει στους πολίτες να έχουν πρόσβαση στους ηλεκτρονικούς φακέλους υγείας τους σε όλα τα κράτη μέλη.
Επί του παρόντος η δυνατότητα πρόσβασης των Ευρωπαίων πολιτών στα ηλεκτρονικά ιατρικά μητρώα τους σε ολόκληρη την ΕΕ διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα. Ενώ ορισμένοι πολίτες έχουν δυνατότητα πρόσβασης σ’ ένα τμήμα των ηλεκτρονικών μητρώων υγείας τους σε εθνικό ή διασυνοριακό επίπεδο, πολλοί άλλοι έχουν περιορισμένη ή και μηδενική ψηφιακή πρόσβαση. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή διατυπώνει σήμερα ορισμένες συστάσεις, οι οποίες θα διευκολύνουν τη διασυνοριακή και ασφαλή πρόσβαση, σε πλήρη συμμόρφωση με τον γενικό κανονισμό για την προστασία των δεδομένων.
Ο αντιπρόεδρος Άντρους Άνσιπ, αρμόδιος για την ψηφιακή ενιαία αγορά, δήλωσε τα εξής: «Οι πολίτες ζητούν να έχουν τη δυνατότητα ασφαλούς και πλήρους πρόσβασης στα δεδομένα υγείας τους μέσω διαδικτύου, όπου και αν βρίσκονται. Οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας χρειάζονται πρόσβαση σε αξιόπιστα μητρώα υγείας, ώστε να έχουν στη διάθεσή τους όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για την ταχύτερη και καλύτερη δυνατή θεραπευτική αγωγή. Τα συστήματα υγείας μας χρειάζονται τους βέλτιστους πόρους για να παρέχουν την καλύτερη δυνατή εξατομικευμένη περίθαλψη. Πρέπει να επισπεύσουμε, από κοινού, τις διαδικασίες και να αναπτύξουμε ένα σύστημα που θα επιτρέπει την ασφαλή ανταλλαγή ηλεκτρονικών μητρώων υγείας σε ολόκληρη την ΕΕ. Η ανταλλαγή αυτή θα βελτιώσει τη ζωή των πολιτών και θα βοηθήσει τους καινοτόμους φορείς να ανακαλύψουν τις ψηφιακές λύσεις και τις θεραπευτικές αγωγές της επόμενης γενιάς.
Ο επίτροπος Βιτένις Αντρουκάιτις, αρμόδιος για την υγεία και την ασφάλεια των τροφίμων, πρόσθεσε: «Πόσοι από εμάς, κατά τη διάρκεια ταξιδιού ή εγκατάστασης σε άλλο κράτος μέλος, θα θέλαμε να είχαμε πρόσβαση στα ιατρικά μας δεδομένα για να τα διαβιβάσουμε σε παθολόγο της περιοχής; Πέραν αυτού, η δυνατότητα διαβίβασης, με ασφάλεια, των ιατρικών πληροφοριών σε γιατρούς στο εξωτερικό όχι μόνο μπορεί να βελτιώσει ουσιαστικά την ποιότητα της περίθαλψης που λαμβάνουμε, αλλά και να αποφέρει θετικά αποτελέσματα στους προϋπολογισμούς για την υγεία. Πράγματι, είναι λιγότερο πιθανό να πρέπει να επαναληφθούν δαπανηρές ιατρικές εξετάσεις, όπως οι εξετάσεις ιατρικής απεικόνισης ή οι εργαστηριακές αναλύσεις.»
Η Επίτροπος Μαρίγια Γκαμπριέλ, αρμόδια για την ψηφιακή οικονομία και κοινωνία, πρόσθεσε τα εξής: «Στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλουμε για να δώσουμε στους πολίτες της ΕΕ τη δυνατότητα πρόσβασης σε ασφαλείς ψηφιακές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, η σημερινή πρωτοβουλία θα βοηθήσει τους ασθενείς να λαμβάνουν τη θεραπευτική αγωγή τους όπου κι αν βρίσκονται στην ΕΕ, ακόμη και σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Το ενωσιακό πλαίσιο που προτείνεται για την ανταλλαγή ηλεκτρονικών μητρώων υγείας θα δώσει επίσης τη δυνατότητα στους γιατρούς και σε άλλους επαγγελματίες του τομέα της υγείας να παρέχουν βοήθεια στους πολίτες με πιο αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο.»
Τα κράτη μέλη έχουν ήδη αρχίσει να καθιστούν προσβάσιμα και ανταλλάξιμα, σε διασυνοριακό επίπεδο, μερικά τμήματα ηλεκτρονικών μητρώων υγείας. Από τις 21 Ιανουαρίου 2019, οι Φινλανδοί πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν φάρμακα στην Εσθονία χρησιμοποιώντας ηλεκτρονικές συνταγογραφήσεις, ενώ οι γιατροί του Λουξεμβούργου θα μπορούν σύντομα να έχουν πρόσβαση στα συνοπτικά ιστορικά υγείας των Τσέχων ασθενών.
Στις σημερινές συστάσεις προτείνεται να επεκτείνουν τα κράτη μέλη τις εργασίες αυτές σε τρεις νέους τομείς του μητρώου υγείας, και συγκεκριμένα στις εργαστηριακές αναλύσεις, στα ιατρικά εξιτήρια και στις ιατρικές απεικονίσεις, καθώς και στις γνωματεύσεις ιατρικών απεικονίσεων. Παράλληλα, αυτή η πρωτοβουλία προετοιμάζει το έδαφος για την ανάπτυξη τεχνικών προδιαγραφών που θα χρησιμοποιούνται για την ανταλλαγή μητρώων υγείας κατά περίπτωση.
Συνεπώς, η πρόσβαση σε πλήρη και προσωπικά μητρώα υγείας σε ολόκληρη την ΕΕ μπορεί να αποφέρει τεράστια οφέλη στους Ευρωπαίους πολίτες, όπως για παράδειγμα:
- εάν ένας πολίτης έχει ατύχημα κατά τη διάρκεια ταξιδιού σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, οι γιατροί θα έχουν άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες για τον ασθενή (π.χ. πληροφορίες σχετικά με χρόνιες παθήσεις, αλλεργίες ή δυσανεξίες σε ορισμένα φάρμακα), πράγμα που θα διευκολύνει σαφώς τους γιατρούς να παρέχουν την αποτελεσματικότερη θεραπεία το συντομότερο δυνατόν·
- βελτίωση της ποιότητας και εξασφάλιση της συνέχειας της περίθαλψης για τους πολίτες ενώ μετακινούνται στο εσωτερικό της ΕΕ·
- ενίσχυση της ιατρικής έρευνας για την αντιμετώπιση μεγάλων προκλήσεων για την υγεία, όπως οι χρόνιες και οι νευροεκφυλιστικές ασθένειες, με τη διευκόλυνση της ανταλλαγής δεδομένων. Το σύστημα αυτό εξαρτάται από τη συναίνεση του πολίτη, έπειτα από ενημέρωση και σε πλήρη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες για την προστασία των δεδομένων·
- στήριξη της αποδοτικότητας και της βιωσιμότητας των συστημάτων υγείας, για παράδειγμα με την ανταλλαγή πρόσφατων εργαστηριακών ή ακτινογραφικών εξετάσεων ενός ασθενούς. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα είναι αναγκαίο να επαναλαμβάνονται παρόμοιες εξετάσεις σε νοσοκομείο άλλου κράτους μέλους, με αποτέλεσμα να εξοικονομείται χρόνος και να μειώνονται οι νοσοκομειακές δαπάνες.
Επόμενα βήματα
Για να αναπτυχθεί περαιτέρω αυτό το σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, θα δημιουργηθεί μια κοινή διαδικασία συντονισμού μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών. Με τη διαδικασία αυτή, τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι εκπρόσωποι του κλάδου της βιομηχανίας, οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας και οι εκπρόσωποι ασθενών, θα μπορούν να προσφέρουν τις συνεισφορές τους τόσο σε ενωσιακό όσο και εθνικό επίπεδο.
Η κοινή διαδικασία συντονισμού θα διασφαλίσει τη συμμετοχή όλων των σχετικών φορέων στη διαδικασία περαιτέρω ανάπτυξης του ευρωπαϊκού μορφοτύπου ανταλλαγής ηλεκτρονικών μητρώων υγείας. Στο πλαίσιο του δικτύου eHealth, τα κράτη μέλη θα καθορίσουν πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για την υλοποίηση και την παρακολούθηση της προόδου του.
Ιστορικό
Στην ανακοίνωση σχετικά με τη διευκόλυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού του τομέα της υγείας και της περίθαλψης στην ψηφιακή ενιαία αγορά, που εγκρίθηκε τον Απρίλιο 2018, προσδιορίζονται τρεις τομείς δράσης:
1) η ασφαλής πρόσβαση των πολιτών σε δεδομένα υγείας και η ασφαλής διασυνοριακή ανταλλαγή τους·
2) η εξασφάλιση καλύτερων δεδομένων με σκοπό την προαγωγή της έρευνας, την πρόληψη ασθενειών και την εξατομικευμένη υγεία και περίθαλψη·
3) η ύπαρξη ψηφιακών εργαλείων για τη μεγαλύτερη αυτονομία των πολιτών και την παροχή περίθαλψης με επίκεντρο τον ασθενή.
Πέραν της Φινλανδίας, της Εσθονίας, του Λουξεμβούργου και της Τσεχικής Δημοκρατίας, αναμένεται να ξεκινήσουν και άλλες 18 χώρες να ανταλλάσσουν συνοπτικά ιστορικά υγείας και ηλεκτρονικές συνταγογραφήσεις έως το τέλος του 2021. Με τη στήριξη του τηλεπικοινωνιακού προγράμματος της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», πολλά κράτη μέλη εργάζονται ήδη για τη δημιουργία υποδομής ψηφιακών υπηρεσιών ηλεκτρονικής υγείας στο πλαίσιο του δικτύου eHealth.
Η σύσταση στηρίζει τα κράτη μέλη για να προωθήσουν τις εν λόγω ανταλλαγές. Έχει ως βάση τα συνοπτικά ιστορικά υγείας ασθενών και τις ηλεκτρονικές συνταγογραφήσεις/ηλεκτρονικές χορηγήσεις φαρμάκων και προτείνει προδιαγραφές για νέες περιπτώσεις χρήσης, όπως τα εργαστηριακά αποτελέσματα, οι ιατρικές απεικονίσεις και γνωματεύσεις καθώς και τα νοσοκομειακά εξιτήρια, σε πρώτη φάση. Στη σύσταση επισημαίνεται ότι η πορεία προς τα διαλειτουργικά ηλεκτρονικά μητρώα υγείας στην ΕΕ θα πρέπει να συμβαδίζει με τη διασφάλιση της προστασίας και της ασφάλειας των δεδομένων, σύμφωνα με τον γενικό κανονισμό για την προστασία των δεδομένων (ΓΚΠΔ), και σε πλήρη συμμόρφωση με το πλαίσιο για την κυβερνοασφάλεια.
Στο πλαίσιο της εν λόγω δράσης της ΕΕ, βρίσκεται επίσης σε στάδιο προετοιμασίας η αναθεώρηση εκτελεστικής απόφασης για την πρόβλεψη κανόνων θέσπισης, διαχείρισης και λειτουργίας του δικτύου των εθνικών αρχών υπεύθυνων για την ηλεκτρονική υγεία (eHealth) (2011/890/EΕ). Σκοπός της απόφασης είναι να διευκρινιστεί η λειτουργία του δικτύου eHealth, ιδίως όσον αφορά την υποδομή ψηφιακών υπηρεσιών ηλεκτρονικής υγείας. Η διαδικασία πρόσκλησης υποβολής παρατηρήσεων ολοκληρώθηκε σήμερα. Η Επιτροπή θα επεξεργαστεί τα στοιχεία που έλαβε από τα ενδιαφερόμενα μέρη και θα γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα μέσα στους επόμενους μήνες.