Επιπλέον προστιθέμενη αξία στην παραγωγή ρωσικών ποικιλιών ιπποφαές στην Ελλάδα αναμένεται να δημιουργήσει η λειτουργία εργοστασίων μεταποίησης και τυποποίησής τους στη Θεσσαλονίκη, όπως τόνισε ο γενικός διευθυντής της εταιρείας «Ιπποφαές Ελλάς ΑΕ», Νίκος Δούκας.
Ο ίδιος σημείωσε ότι οι 95 Έλληνες παραγωγοί που καλλιεργούν τις συγκεκριμένες ποικιλίες σε 1.600 στρέμματα ανά την Ελλάδα, απολαμβάνουν ήδη «ασύγκριτη τιμή πώλησης» της παραγωγής τους.
«Η μεγάλη διαφοροποίηση της “Ιπποφαές Ελλάς ΑΕ” είναι η δυνατότητα παραγωγής και πώλησης του μοναδικού “επιτραπέζιου” καρπού ιπποφαές στον κόσμο. Ενός καρπού, που ο καταναλωτής μπορεί να καταναλώσει όπως είναι, με εξαιρετική γεύση. Οπότε η στόχευσή μας είναι όσο μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής μας να προωθείται στις αγορές τροφίμων μέσω διαλογής και συσκευασίας» επισήμανε ο κ. Δούκας και πρόσθεσε ότι «το εργοστάσιο τυποποίησης της εταιρείας θα τεθεί σε λειτουργία φέτος, στη Θεσσαλονίκη».
Όσον αφορά το εργοστάσιο μεταποίησης που θα αφορά κυρίως τη β’ ποιότητα του καρπού της εταιρείας, ο κ. Δούκας επισήμανε ότι έχει ήδη προγραμματιστεί και καταρτιστεί το επιχειρηματικό του πλάνο σε συνεργασία με επενδυτές και θα είναι έτοιμο σε περίπου δύο χρόνια. «Το κόστος της επένδυσης υπολογίζεται σε 3 εκατ. ευρώ και θα εδρεύει στη Θεσσαλονίκη», πρόσθεσε.
Πάντως, το επενδυτικό πλάνο της εταιρείας δεν σταματά εδώ. Σύμφωνα με τον κ. Δούκα, η «Ιπποφαές Ελλάς ΑΕ» έχει ήδη προχωρήσει στην ανάπτυξη της καλλιέργειας των ρωσικών ποικιλιών ιπποφαούς σε συνεργασία με παραγωγούς στην Ιταλία, όπου έχουν εγκατασταθεί τα πρώτα 100 στρέμματα, στην περιοχή της Πάντοβας και στο πλαίσιο αυτό, το επόμενο «Φθινόπωρο θα έχουμε νέες εγκαταστάσεις στην Ιταλία και τα Σκόπια». Όπως εξήγησε ο κ. Δούκας, «είναι σημαντικό ότι όλη η διαχείριση σε αυτές τις χώρες γίνεται από την “Ιπποφαές Ελλάς” ώστε να μην αντιμετωπίζουμε προβλήματα ανταγωνισμού και μείωσης της τιμής για τους Έλληνες παραγωγούς».
Μιλώντας για την εμπειρία του σχετικά με τη συνεργασία που έχει αναπτύξει με παραγωγούς στην Ιταλία, ο κ. Δούκας τόνισε: «Ζήσαμε ευχάριστες εκπλήξεις στην Ιταλία σε σχέση με την υποδοχή της νέας δυναμικής καλλιέργειας, όχι μόνον από τους παραγωγούς αλλά και από τις κρατικές υπηρεσίες».
Όπως διευκρίνισε, «η Ιταλία είναι μια χώρα που κατά τη γνώμη μου έχει κάνει εξαιρετική δουλειά στο θέμα της φήμης και του branding των αγροτικών προϊόντων της, ώστε να μπορούν οι παραγωγοί της να απευθύνονται σε ακριβές αγορές και να αυξάνουν την κερδοφορία τους. Επίσης καλλιεργούν με σύγχρονες δομές και χρήση της τεχνολογίας, έτσι ώστε να μειώνουν το κόστος παραγωγής τους και να εδραιώνουν την αξιοπιστία τους. Ο κρατικός μηχανισμός είναι στις περισσότερες περιπτώσεις αρωγός σε αυτές τις προσπάθειες και είναι κάτι που είχαμε και εμείς την ευκαιρία να ζήσουμε εκεί. Πιστεύω λοιπόν ότι και στην Ελλάδα που παράγουμε εξαιρετικής ποιότητας προϊόντα μπορούμε να εφαρμόσουμε τέτοιες πρακτικές και να αυξήσουμε την κερδοφορία των παραγωγών μας που είναι και το ζητούμενο».
Η κερδοφόρα καλλιέργεια και οι ευκαιρίες για τους Έλληνες παραγωγούς
Η απόδοση της καλλιέργειας των ρωσικών ποικιλιών ιπποφαές, χωρίς αγκάθια, σε πλήρη παραγωγή είναι κατά μέσο όρο 1,5 τόνος/στρέμμα, σύμφωνα με τον κ. Δούκα, ο οποίος μάλιστα επισήμανε ότι «η τιμή πώλησης είναι εξαιρετικά υψηλή. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ακόμη και με “τιμή Κίνας” 2,00 ευρώ το κιλό, η κερδοφορία του παραγωγού είναι ασύγκριτη», υπογράμμισε.
Τονίζοντας δε ότι η καλλιέργεια των ποικιλιών χωρίς αγκάθια -του ινστιτούτου MA Lisavenko- γίνεται μόνο από την “Ιπποφαές Ελλάς” σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση «παρόλο που έγιναν προσπάθειες και σε άλλες χώρες οι οποίες δεν ευδοκιμούν λόγω κλίματος», ο κ. Δούκας, υπογράμμισε «την εξαιρετική ευκαιρία για τους Έλληνες παραγωγούς», και τόνισε ότι ήδη ξένοι αγοραστές διεκδικούν μέρος της ελληνικής παραγωγής.
«Έχουν ήδη υπογραφεί συμβόλαια με εταιρείες στην Ιταλία, τη Μεγάλη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Προς το παρόν έχουν πραγματοποιηθεί δειγματοληπτικές εξαγωγές διότι θέλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί και αξιόπιστοι όταν “ανοίγουμε” καινούργιες αγορές σε σχέση με την ποσότητα που παράγουμε, μιας και είναι η μοναδική στον κόσμο» τόνισε, επισημαίνοντας: «Έχουμε αναπτύξει συνεργασία στην εγχώρια αγορά και είναι δεδομένο ότι τη φετινή μας παραγωγή θα μπορεί ο καταναλωτής να την απολαύσει και στην ελληνική αγορά».
Ιστορική αναδρομή- Η καλλιέργεια των ρωσικών ποικιλιών ιπποφαούς σε αριθμούς
Η προσπάθεια της καλλιέργειας των ρωσικών ποικιλιών ιπποφαές στην Ελλάδα, ξεκίνησε το 2012 «με τις πρώτες δικές μας καλλιέργειες και η “Ιπποφαές Ελλάς” ιδρύθηκε το 2015. Μέσα στον “κυκλώνα” της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Ιδρύσαμε την “Ιπποφαές Ελλάς” βασιζόμενοι σε ένα όραμα και μια εξαιρετική προοπτική που μας δίνουν οι συγκεκριμένες ποικιλίες» επισήμανε.
Εξηγώντας ότι η προσπάθεια στηρίζεται σε σύγχρονες δομές και σε απόλυτα καινοτόμα προσέγγιση, ο κ. Δούκας τόνισε: «Πιστεύαμε από την αρχή στη δραστηριότητά μας η οποία μπορούσε να εδραιωθεί και χωρίς καμία υποστήριξη και βοήθεια από τις κρατικές δομές. Και πράγματι, δυστυχώς, δεν υπήρξε καμία υποστήριξη. Την προσπάθειά μας υποστήριξαν μόνον οι καλλιεργητές μας που σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας και σε ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον επένδυσαν σε αυτήν τη δομή και καλλιέργεια».
Το 2012, εγκαταστάθηκαν τα πρώτα 200 στρέμματα και στόχος, όπως επισήμανε ο κ. Δούκας, παραμένει η εγκατάσταση 6.000 στρεμμάτων ρωσικών ποικιλιών. Στην Ομάδα Παραγωγών «Ιπποφαές Ελλάς ΑΕ» συμμετέχουν σήμερα 95 παραγωγοί ρωσικών ποικιλιών ιπποφαές χωρίς αγκάθια και είναι εγκατεστημένα 1.600 στρέμματα. Οι καλλιέργειες της Ομάδας εκτείνονται σχεδόν σε όλη την ελληνική επικράτεια με το μεγαλύτερο ποσοστό να βρίσκεται στη Θεσσαλία και να ακολουθούν η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Θράκη και η Πελοπόννησος.
Σε περίπτωση που κάποιος καλλιεργητής ενδιαφέρεται για συνεργασία με την εταιρεία, μπορεί να την επιτύχει με δύο τρόπους: Με ένταξή του στην Ομάδα και με υποχρέωση την εγκατάσταση τουλάχιστον επτά στρεμμάτων, ή ως ανεξάρτητος καλλιεργητής με συμβόλαιο απορρόφησης, με ελάχιστη εγκατάσταση τρία στρέμματα. Το κόστος για την εγκατάσταση δενδρυλλίων ανά στρέμμα κυμαίνεται στα 700- 1.000 ευρώ, ενώ το κόστος των υλικών, υπολογίζεται στα 150 ευρώ/στρέμμα/ετησίως. Κάθε παραγωγός που επιλέγει να συνεργαστεί με την εταιρεία, έχει στη διάθεσή του το δικό του business plan που εκπονείται από κοινού και με στόχο να γνωρίζει εξαρχής και επακριβώς τη σχέση δαπανών/αποδόσεων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ