Την προσβολή του περιουσιακού δικαιώματος επαγγελματιών όπως οι μηχανικοί, οι δικηγόροι και οι γιατροί, από τη δυσανάλογη επιβάρυνση της εργασίας τους με υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές που σε συνδυασμό με τους υψηλούς φόρους φθάνουν έως και το 58,1% του εισοδήματος, επιχειρεί να διορθώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Βάσει των πληροφοριών, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών των αυτοτελώς απασχολουμένων διακρίνεται από έλλειμμα αναλογικότητας, καθώς οι χαμηλές συντάξεις αποδεικνύουν ασύμφορη την καταβολή υψηλών εισφορών ενώ προκαλεί άνιση και άδικη κατανομή βαρών, που ειδικά στα χαμηλά εισοδήματα εξανεμίζει το διαθέσιμο εισόδημα κάτω και από το όριο της φτώχειας.
Το 2019, η απομείωση του διαθέσιμου εισοδήματος είναι ακόμη μεγαλύτερη, καθώς λήγει η «περίοδος χάριτος» και οι ασφαλιστικές υποχρεώσεις των επαγγελματιών θα υπολογίζονται στο 100% του φορολογητέου εισοδήματος, πριν από την αφαίρεση των εισφορών του προηγούμενου χρόνου. Η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω, μετά το 2020, «εξαφανίζοντας» το εισόδημα και καθιστώντας ανούσια τη διατήρηση της ατομικής επιχείρησης και την εργασία, καθώς θα λήξουν και οι εκπτώσεις που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου για τους επιστήμονες, με ασφάλιση άνω των πέντε ετών.
Βέβαια και σήμερα οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνουν οι μηχανικοί, για παράδειγμα, φθάνουν έως και το 51,5% των εισοδημάτων τους. Αυτό που τους απομένει σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να στηρίξει όχι μόνο την καθημερινότητά τους αλλά και τις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους, όπως π.χ. την πληρωμή του στεγαστικού δανείου.
Επιπροσθέτως το Δικαστήριο, σύμφωνα με πληροφορίες, διαπίστωσε άνιση μεταχείριση των αυτοτελώς απασχολουμένων σε σχέση με τους μισθωτούς. Δηλαδή, ένας μηχανικός με εισόδημα 10.000 ευρώ πληρώνει στο ελληνικό Δημόσιο 5.149 ευρώ (φόροι και εισφορές) και του απομένει το 48,5% για να ζήσει όταν στον μισθωτό με το ίδιο εισόδημα απομένει το 90,8%. Μάλιστα, από το 2019 με την κατάργηση της έκπτωσης 15% επί του φορολογητέου εισοδήματος στο οποίο προστίθενται και οι καταβληθείσες εισφορές, το ποσό που απομένει περιορίζεται σε 4.190 ευρώ ή, διαφορετικά, στο 41,95%.
Με βάση τους υπολογισμούς, όπως προαναφέρθηκε, το κράτος από το 2019 και μετά θα «υφαρπάζει» το 58,1% για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ και το 56,1% για εισοδήματα της τάξης των 50.000 ευρώ. Για παράδειγμα, μηχανικοί με περισσότερα από πέντε έτη εργασίας:
- Μηχανικός με εισοδήματα 15.000 ευρώ. Σήμερα πληρώνει για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές 6.878 ευρώ, ήτοι το 45,9% του εισοδήματος πηγαίνει στο κράτος. Με την κατάργηση της έκπτωσης του 15%, θα πληρώνει 8.391 ευρώ ή το 55,95% του εισοδήματος.
- Μηχανικός με εισοδήματα 20.000 ευρώ. Σήμερα πληρώνει 8.711 ευρώ, δηλαδή το 43,6% του εισοδήματος πηγαίνει στο κράτος. Από το 2019, το ποσό που θα πληρώνει φθάνει τις 10.979 ευρώ, που αντιστοιχεί στο 54,9% του εισοδήματος. Αντίστοιχα σε ένα μισθωτό απομένει το 80,1% του εισοδήματος μετά τους φόρους και τις εισφορές.
- Μηχανικός με εισοδήματα 40.000 ευρώ. Σήμερα πληρώνει 17.871 ευρώ με αποτέλεσμα το 44,7% του εισοδήματος να πηγαίνει στο κράτος. Το 2019, το ποσό αυξάνεται σε 22.045 ή, διαφορετικά, πληρώνει το 54,9% του εισοδήματος εκ των οποίων οι 15.180 αφορούν ασφαλιστικές εισφορές. Σημειώνεται ότι όσο αυξάνονται οι εισφορές τόσο μειώνεται το φορολογητέο εισόδημα, καθώς αφαιρείται ως έξοδο από τον τελικό φόρο.
- Μηχανικός με εισοδήματα 50.000 ευρώ. Σήμερα πληρώνει για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές 23.602 ευρώ, δηλαδή το 47,2% του εισοδήματος πηγαίνει στο κράτος. Με την κατάργηση της έκπτωσης το ποσό που θα πληρώνει ο ανωτέρω μηχανικός φθάνει τις 28.047 ευρώ ή, διαφορετικά, πληρώνει το 56,1% του εισοδήματος. Από το ποσό των 28.047 ευρώ, 18.975 ευρώ αφορούν τις ασφαλιστικές εισφορές και τα υπόλοιπα τους φόρους.
πηγή: kathimerini.gr