Το 1924, πρόσφυγες από το Αντιβάλ της Καππαδοκίας εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του μετοχίου της Μονής Ζωγράφου που αποτέλεσε τον αρχικό πυρήνα του οικισμού Ζωγράφου.
Τα μετόχια ήταν συνήθως μεγάλες εγκαταστάσεις αγροτικής, κτηνοτροφικής και αλιευτικής εκμετάλλευσης σε κτήματα που προέρχονταν από δωρεές ή κληρονομιές ευσεβών ιδιωτών, που ζητούσαν ως αντάλλαγμα τις προσευχές των μοναχών για την σωτηρία της ψυχή τους. Μέσα σ’ αυτά βρισκόταν ο ναός και η καθέδρα του μετοχιού, δηλαδή το κτιριακό συγκρότημα όπου κατοικούσε ο οικονόμος του μετοχιού με τους βοηθούς του. Η καθέδρα αποτελούνταν συνήθως από τον πύργο και τα λοιπά βοηθητικά κτίρια, δηλαδή σπίτια, αποθήκες, στάβλους και τυχόν εργαστήρια, τα οποία φαίνεται ότι σχημάτισαν κλειστούς, οχυρωμένους περιβόλους προσαρτημένους στους πύργους, με ελεγχόμενες κεντρικές εισόδους. Μέσα σ’ αυτό το συγκρότημα συγκεντρωνόταν η σοδειά, φυλάσσονταν τα ζώα και σε περίπτωση καταδρομής, κατέφευγαν οι «πάροικοι», κάποιες φορές μάλιστα μαζί με κόσμο από γειτονικά μετόχια. Όλοι οι μοναχοί θεωρούνταν μέτοχοι του κτήματος γι’ αυτό και η ονομασία μετόχι.
Οι μονές, την καλλιέργεια όπως και άλλες χειρωνακτικές εργασίες, την ανέθεταν σε μισθωτούς εργάτες, τους παροίκους, ενώ έβρισκαν δουλειά στα μετόχια και κάτοικοι των γύρω χωριών. Καλλιεργούνταν κυρίως σιτηρά, από τα οποία οι μονές εμπορεύονταν το περίσσευμα, αμπέλια, λινάρι, κηπευτικά, δέντρα.
Σύμφωνα με την παράδοση η Μονή Ζωγράφου ιδρύθηκε τον 10ο αιώνα από τρεις μοναχούς, το Μωυσή, τον Ααρών και τον Ιωάννη, αδέλφια που κατάγονταν από την Αχρίδα. Το 13ο αιώνα η μονή Ζωγράφου είχε μοναχούς Βουλγάρους γι αυτό είναι γνωστό και ως Βουλγάρικο. Στις αρχές του 18ου αιώνα και για πολύ καιρό, εκτός από τους Βούλγαρους κατοικούσαν σε αυτή και Σέρβοι, αλλά και πολλοί Έλληνες μοναχοί. Αλλά από τα 1845 και μέχρι σήμερα επικράτησε το βουλγαρικό στοιχείο και έμειναν μόνο Βούλγαροι μοναχοί.
Από τα κτίσματα του μετοχίου Ζωγράφου σώζονται μέχρι σήμερα ο βυζαντινός πύργος που χρονολογείται από τον 14ο αιώνα, ο κεντρικός ναός που οικοδομήθηκε το 1842 και μία κρήνη του 1853 και τα κολληγόσπιτα.
Τα Κολληγόσπιτα ήταν τα κτίρια που έμεναν οι πάροικοι (κολλήγοι), δηλαδή οι μισθωτοί λαϊκοί εργάτες του μετοχίου οι οποίοι εργάζονταν με συνθήκες εξαρτημένης εργασίας και έπαιρναν ως αμοιβή μέρος της παραγωγής. Τα σπίτια τους ήταν έξω από την καθέδρα του μετοχίου πάνω στο δρόμο που οδηγεί προς τον Άγιο Παντελεήμονα. Βρίσκονται μακριά από τα άλλα κτίσματα. Ήταν ισόγεια σε σχήμα Π , λιθόκτιστα, με 12 δωμάτια.
Στο μετόχι της μονής Ζωγράφου εγκαταστάθηκαν 200 οικογένειες. Τότε εκεί ζούσαν 5-6 καλόγεροι που το εγκατέλειψαν σαν έφτασαν οι πρόσφυγες. Πολλοί βολεύτηκαν μέσα στα κτήρια του μετοχιού στους στάβλους, στις αχυρώνες, στον πύργο και στα κολληγόσπιτα.
Η Μ. Ατζέμογλου θυμάται «Τρεις οικογένειες ο Καπλάνογλου ο Πασσαλής και ο Κουπελής έμειναν πρώτοι σε αυτά . Τότε ήταν τακτοποιημένα αλλά μετά από τους μεγάλους που πέθαναν, έφυγαν τα παιδιά τους εγκαταλείφθηκαν στη δεκαετία του 70. Αυτοί οι 3 δεν πήραν σπίτια του εποικισμού, κράτησαν αυτά. Ήταν σοβατισμένα από τους καλογέρους με λάσπη και ότι είχαν, μετά όταν έπεσε ο σοβάς φάνηκαν πλιθιά και πέτρες.»
Τα κολληγόσπιτα του Ζωγράφου εξακολουθούν σε πείσμα του χρόνου και των ανθρώπων, να ορθώνουν το ανάστημα τους, δίνοντας μας από πρώτο χέρι πληροφορίες για τις συνθήκες ζωής των αγροτών της περιοχής της Καλαμαριάς, που ουσιαστικά δεν διέφεραν από τις συνθήκες ζωής των περισσότερων αγροτών ως τις αρχές του 20ου αιώνα. Είναι ένα από τα λίγα κατάλοιπα της ιστορίας των φτωχών, καθημερινών ανθρώπων που δεν διαθέτουν πλούτο ούτε δύναμη αλλά που χωρίς αυτούς δεν προχωράει ο κόσμος.
Πηγές: 2ο Γυμνάσιο Ν. Μουδανιών Αγιορείτικα μετόχια του τόπου μου, Ιωακείμ Παπάγγελου Χαλκιδική, Π. Γ. Φωτιάδης Βυζαντινή και μεταβυζαντινή Χαλκιδική: Ιστορία και Αρχαιολογία
Γράφει η Ελένη Πασχαλάκη