Σημαντικές αποφάσεις που ανοίγουν το δρόμο για αποζημιώσεις ιδιοκτητών, που υφίστανται καταστροφές από επεισόδια σε κινητοποιήσεις, εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, αναγνωρίζοντας υποχρέωση αποζημίωσης τους από το κράτος με το σκεπτικό, ότι η αστυνομία είχε υποχρέωση και μπορούσε να παρέμβει προστατεύοντας τις περιούσιες των πολιτών.

Με πρόεδρο την αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Χρυσούλα Χρυσικοπούλου και εισηγήτρια την Χαρίκλεια Χαραλαμπίδου, το ανώτατο δικαστήριο (Α Τμήμα) εξέδωσε εννέα αποφάσεις δικαίωσης ιδιοκτητών ακινήτων, που υπέστησαν καταστροφές στο κέντρο της Αθήνας το 2008 τις ημέρες που είχε γίνει η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Το ανώτατο δικαστήριο δεν δέχθηκε ως ορθές ισάριθμες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου, που είχε απορρίψει τα αιτήματα των ιδιοκτητών, αλλά τις ανέτρεψε και επιδίκασε αποζημίωση που θα πληρώσει το δημόσιο ύψους 1,8 εκατ. ευρώ.

Το σκεπτικό των σημαντικών αυτών αποφάσεων τα λέει όλα: «Η προστασία της περιουσίας των πολιτών από βίαια επεισόδια που εκδηλώνονται στο πλαίσιο οποιασδήποτε μορφής μαζικής κινητοποίησης πολιτών αποτελεί υποχρέωση των αστυνομικών οργάνων, η εκπλήρωση της οποίας δεν εναπόκειται στην διακριτική τους ευχέρεια. Επομένως, αν τα αστυνομικά όργανα παραλείψουν παντελώς να επέμβουν για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη η οποία απειλείται, υπό τις ανωτέρω περιστάσεις, η παράλειψη αυτή είναι παράνομη και συνεπώς συντρέχει η απαιτούμενη για την θεμελίωση αστική ευθύνη του Δημοσίου».

Οι σύμβουλοι Επικρατείας, στη συνέχεια στις αποφάσεις τους, υπογραμμίζουν ότι «διακριτική ευχέρεια διαθέτουν τα αστυνομικά όργανα μόνο ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα ενεργήσουν, δηλαδή ως προς την επιλογή του είδους των μέτρων που πρέπει να λάβουν προς εκπλήρωση της υποχρέωσης τους, δυνάμενα –κατόπιν εκτίμησης- να επιλέξουν και να εφαρμόσουν το καταλληλότερο για την συγκεκριμένη περίπτωση επιχειρησιακό σχέδιο.

Στην ειδικότερη περίπτωση κατά την οποία τα αστυνομικά όργανα αν και επεμβαίνουν και επιχειρούν, δεν λαμβάνουν κανένα συγκεκριμένο μέτρο για να προστατεύσουν την περιουσία του πολίτη, η επιλογή της αποχής τους από κάθε ενέργεια, ειδικώς προς το σκοπό του αγαθού της περιουσίας, συνιστά υπέρβαση των άκρων ορίων της ευχέρειας τους και για το λόγο αυτό είναι παράνομη».

Στις σημαντικές αυτές αποφάσεις επίσης αναφέρεται  ακόμα ότι ναι μεν η περίπτωση ανωτέρας βίας αποτελεί απαλλακτικό από την ευθύνη του Δημοσίου για καταβολή αποζημιώσεων σύμφωνα με το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, αλλά «δεν συνιστούν περίπτωση ανωτέρας βίας, βίαια επεισόδια ιδιαίτερης μεγάλης έντασης και έκτασης που κλιμακώνονται και εξαπλώνονται σταδιακά και λαμβάνουν χώρα σε πολλά σημεία ταυτοχρόνως με συνέπεια τη διάσπαση των αστυνομικών δυνάμεων και κατ΄ επέκταση τη μείωση της αποτελεσματικότητας τους, αν αυτά τα επεισόδια μπορούσαν να προβλεφθούν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και να τεθούν υπό έλεγχο εγκαίρως, πριν δηλαδή εξαπλωθούν και καταστούν ανεξέλεγκτα με την λήψη άμεσων, αναγκαίων και πρόσφορων μέτρων».

Σε άλλο σημείο, οι σύμβουλοι Επικρατείας, επισημαίνουν ότι «πολλώ μάλλον δεν συνιστούν περίπτωση ανωτέρας βίας, βίαια επεισόδια και βανδαλισμοί που λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο προγραμματισμένης πορείας διαμαρτυρίας όταν το ίδιο γεγονός που πυροδότησε την διαμαρτυρία έχουν ήδη λάβει χώρα βίαια περιστατικά μεγάλης έντασης και έκτασης, καθώς και εκτεταμένες φθορές και καταστροφές  είτε στην ίδια περιοχή είτε σε άλλη, εφόσον ανά πάσα στιγμή  μια τέτοια εξέλιξη είναι αναμενόμενη με μεγάλη πιθανότητα και άρα είναι δυνατόν να προβλεφθεί και να αποτραπεί με άμεση ενέργεια  και λήψη όλων των ενδεδειγμένων μέτρων, λαμβανομένης υπόψη της εξουσίας των αστυνομικών οργάνων να επιβάλλουν περιορισμούς στην διεξαγωγή συγκεντρώσεων ή συναθροίσεων ή να διυλίσουν συγκεντρώσεις και συναθροίσεις οι οποίες εκ του ότι εκτρέπονται σε πράξεις βίας κατά προσώπων είναι παράνομες».

Οι προσφεύγοντες στο ΣτΕ υποστήριζαν ότι οι ζημιές που υπέστησαν οφείλονται σε παραλείψεις  της Αστυνομίας να λάβει τα κατάλληλα μέτρα (προληπτικά και κατασταλτικά) που επιβάλλονται από τις περιστάσεις.

Σε πρώτο βαθμό δικαιώθηκαν, αλλά το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εξαφάνισε  την απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου, με το επιχείρημα, μεταξύ των άλλων, ότι η ΕΛ.ΑΣ. είναι αδύνατον σε μια τέτοιου είδους αιφνίδια και γενικευμένη βίαια κατάσταση να ενεργεί για την φύλαξη όλων των επιχειρήσεων, όμως το ΣτΕ ανέτρεψε τις εφετειακές αποφάσεις ως μη νόμιμες και δικαίωσε τις επιχειρήσεις.

Πηγή: kathimerini.gr