Μεγάλη σε μέγεθος, σαρκώδης, καταπράσινη, προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης «Πράσινη Ελιά Χαλκιδικής», πλούσια σε ασβέστιο, σίδηρο και ω-3, χαμηλή σε λιπαρά, η ελιά Χαλκιδικής κατακτά όλο τον κόσμο και αναδεικνύεται σε… εθνικό θησαυρό που πλέον έχει κατακτήσει όλο τον κόσμο.

Η πράσινη ελιά Χαλκιδικής βρίσκεται πλέον επώνυμα και κοσμεί τις προθήκες των πιο ακριβών delicatessen και ξενοδοχειακών συγκροτημάτων σε όλο τον κόσμο, εξάγεται σε περισσότερες από 100 χώρες, με την αξία των εξαγωγών να πλησιάζει τα 280 εκατ. ευρώ, σε όλες τις ηπείρους, από τις την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία ως το Μεξικό και τη Μέση Ανατολή.

Αν και το λάδι είναι ακριβότερο, δεν έχει τις εξαγωγικές επιδόσεις της επιτραπέζιας ελιάς, κι αυτό γιατί η ελιά εξάγεται από τις αρχές του περασμένου αιώνα.

Η ελιά στην Μεσόγειο και την Ελλάδα και την Χαλκιδική…

Σύμφωνα με τη μυθολογία την ελιά έφερε στους Έλληνες η Αθηνά, η οποία δίδαξε και την καλλιέργειά της. Είναι χαρακτηριστικό το γνωστό επεισόδιο της φιλονικίας της Αθηνάς με τον Ποσειδώνα για το όνομα της Αθήνας.

Στην Ακρόπολη υπήρχε η ιερή ελιά της Αθηνάς, η πρώτη ελιά που η θεά χάρισε στους Έλληνες,και στην Ακαδημία οι 12 ιερές ελιές, οι μορίαι, και ο ιερός ελαιώνας από τον οποίο προερχόταν το λάδι που δινόταν ως έπαθλο στους νικητές των Παναθηναίων.

Μια άλλη παράδοση αναφέρει ότι ο Ηρακλής -του οποίου το ρόπαλο ήταν από αγριελιά- έφερε βλαστάρι ελιάς από τη χώρα των Υπερβορείων (μυθικός λαός που οι Έλληνες πίστευαν ότι κατοικούσε πέρα από τον Βορρά ή κατά άλλη ερμηνεία στον ουρανό) και το φύτεψε στην Ολυμπία.

Με τα κλαδιά του κοτίνου, της αγριελιάς αυτής, στεφανώνονταν οι ολυμπιονίκες. Με κλάδους ελιάς ήταν στεφανωμένο και το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός στην Ολυμπία, έργο του Φειδία, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου.

Στα ομηρικά χρόνια

Στα ομηρικά χρόνια η ελιά φαίνεται να είχε το δικό της ξεχωριστό ρόλο στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Στους κήπους του Αλκίνοου, του βασιλιά των Φαιάκων, υπήρχαν ελιές μαζί με άλλα δέντρα με βρώσιμους καρπούς. Ο ποιητής κάνει σαφή διαχωρισμό μεταξύ της άγριας ελιάς που ονομάζει «φυλίη» και της ήμερης «ελαίη». Παρουσιάζει μάλιστα τον Οδυσσέα ναυαγό να σέρνεται γυμνός σαν σκουλήκι στη γη των Φαιάκων μέχρι που βρήκε καταφύγιο σ’ ένα δάσος όπου φύονταν μαζί άγριες και ήμερες ελιές. Ακόμη και η θεά Αθηνά εμφανίζεται να παρηγορεί τον Οδυσσέα κάτω από το ιερό της δέντρο.

Στην Οδύσσεια επίσης αναφέρεται ότι στο σπίτι του Οδυσσέα, ανάμεσα στις μεγάλες ποσότητες χρυσού και ορείχαλκου, ήταν αποθηκευμένο άφθονο μυρωμένο ελαιόλαδο.

Φυσικά η κύρια χρήση του ελαιόλαδου, στον Όμηρο, ήταν κυρίως καλλωπιστική και τελετουργική.

Η Αφροδίτη αλείφει καθημερινά με ελαιόλαδο αρωματισμένο με ρόδα το νεκρό Έκτορα, που το σώμα του είχε κακοποιηθεί όταν ο Αχιλλέας το έσερνε πίσω από το άρμα του, ενώ εκλεκτής ποιότητας ελαιόλαδο μαζί με μέλι και κρασί προσφέρονται ως χοές στους νεκρούς.

Ο θάνατος του Σαρπηδόνα στη Τροία.

Ο ίδιος ο Δίας όταν είδε πως δεν κατάφερε να σώσει από το θάνατο τον αγαπημένο του γιο, Σαρπηδόνα, (η μυθολογία τον αναφέρει ως αδερφό του Μίνωα και του Ραδάμανθυ), διέταξε τον Απόλλωνα να πάρει από τη φωτιά της μάχης το άψυχο σώμα του και να το φροντίσει:

«…πάρε μακριά και λούσε τον στου ποταμού το ρέμα
μετά και λάδι αθάνατο πιάσε λαδάλειψέ τον,
με ρούχα θεϊκά γύρου βάλε και τυλιξέ τον,
και τα γοργά τα δίδυμα τα αδέρφια συνοδεία,
στον Ύπνο και τον Θάνατο, δώσ’ τον για τη Λυκία…»

Στην Ιλιάδα ο Αχιλλέας περιποιείται το τρίχωμα και τη χαίτη των αλόγων με ελαιόλαδο. Αλλά και στην περιποίηση των γυναικείων μαλλιών, συνηθιζόταν η χρήση ελαιόλαδου. Στην Οδύσσεια αναφέρεται επίσης ότι οι γυναίκες άλειφαν με λάδι και τους χιτώνες τους, πράγμα που επιβεβαιώνει και ο Πλούταρχος (Βίος Αλεξάνδρου 36), ο οποίος υποστηρίζει ότι το ελαιόλαδο δίνει λάμψη στα λεύκα ρούχα.
Τέλος συνηθέστατη ήταν και η χρήση του ελαιόλαδου και στην καθαριότητα του σώματος, όπως αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα: ο Οδυσσέας και ο Διομήδης πλένονται με ζεστό νερό και αμέσως μετά αλείφονται με ελαιόλαδο.

Η ιστορία, οι μύθοι και οι παραδόσεις της ελιάς Χαλκιδικής…

Η ιστορία της ελιάς Χαλκιδικής χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι πρώτες αναφορές γίνονται ήδη από τους ελληνιστικούς χρόνους, ελαιόμυλοι έχουν βρεθεί από τους ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ τον 14ο αιώνα γίνεται αναφορά στην ύπαρξη «τζιμηλαρείων».

Πρόκειται για βυζαντινούς λαδόμυλους, με ορθογώνιο υδατόπυργο, στη βάση του οποίου αναπτύσσονταν οι χώροι του ελαιοτριβείου.

Ο δεσμός των κατοίκων της Χαλκιδικής με την ελαιοκαλλιέργεια έχει ιστορία πολλών εκατονταετιών.

Υπάρχουν ενδείξεις, ότι η ελαιοκαλλιέργεια ήταν διαδεδομένη ήδη από τους ελληνιστικούς χρόνους και πάντως βεβαιώνεται για τη ρωμαϊκή και παλαιοχριστιανική περίοδο, όπως προκύπτει από τους τραπητούς -λίθινα κυπελόσχημα ελαιοτριβεία-και άλλα ανασκαφικά
ευρήματα, που κατά καιρούς ανακαλύφθηκαν.

Πολλές είναι οι αναφορές για ελαιώνες στη Χαλκιδική το έτος 1415, ενώ στα μέσα του 19ου αιώνα υπάρχει συστηματική ενασχόληση των κατοίκων με την ελαιοκομία και μάλιστα το 1887 ο μεγάλος ελαιώνας της Πορταριάς είχε έκταση 5.000 στρ. και πάνω από 32.000 ελαιόδεντρα.

…Ένα έθιμο το οποίο έχει ατονήσει στις μέρες μας ήταν η Ελιά και η γέννηση ενός παιδιού στην οικογένεια … μία ελιά φυτεύεται όταν γεννιέται ένα παιδί. Η ελιά και το παιδί θα μεγαλώσουν ταυτόχρονα.
Όταν το παιδί ξεκινήσει το σχολείο, στην ηλικία των 6 ετών, η ελιά είναι έτοιμη να δώσει καρπούς .
Η ελιά θα μεγαλώσει με την οικογένεια, θα επιζήσει και θα βρίσκεται εκεί πολλές γενιές αργότερα για να θυμίζει την συνέχεια και την εξέλιξη της ζωής…

Σε απόσμασμα σκωπτικού δημοτικού τραγουδιού του 1800, με το τοπικό ιδίωμα, διαβάζουμε:

«Νάχα ένα αλώνι μπουμπότα
Κι μια καρούτα μέλι
Κι ένα τηγανάκι παπάρα
Κι αγουραστές ελιές
Κι πάρα πέρα δε μι μέλλει»
(όπου «αγουραστές» οι άγουρες, δηλ. οι πράσινες ελιές)

Επί πολύ καιρό οι άνθρωποι συνέθλιβαν τις ελιές είτε με μεγάλες πέτρες είτε με τα πόδια. Κατά την περίοδο του Χαλκού πρωτοεμφανίστηκαν οι πέτρινοι κύλινδροι ο χειρισμός των οποίων γινόταν είτε με τα χέρια είτε με ξύλινο μοχλό. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε ο κυλινδρικός σπαστήρας, που μπορούσε να χρησιμοποιεί και τη ζωική δύναμη.

Η εισαγωγή της κάθετης μυλόπετρας είναι πολύ σημαντική γιατί προϋποθέτει τη χρήση για πρώτη φορά της περιστροφικής κίνησης σε μηχάνημα μετατροπής.

Το παλαιότερο παράδειγμα αυτού του τύπου προέρχεται από την Όλυνθο που χρονολογείται στον 4° αι. π.Χ. Ο μύλος αυτός, χειροκίνητος, θυμίζει τον Trapetum τον οποίον περιγράφει ο Κάτωνας το 2° αι π.Χ. και από τον οποίο έχουν βρεθεί μερικά παραδείγματα, ένα από αυτά στην Πομπηία.

Η αρχαιολόγος Πολυξένη Αδάμ-Βελένη αναφέρεται στο αρχαίο ελαιοτριβείο στα Βρασνά του Ν. Θεσσαλονίκης, το οποίο ανασκάφτηκε το καλοκαίρι του 1992 και στο οποίο διαπιστώθηκε η χρήση των μύλων της Ολύνθου.

Έχουν βρεθεί επίσης, από την περίοδο της ρωμαιοκρατίας, ελαιόμυλοι, κατασκευασμένοι με έναν τυποποιημένο και εξελιγμένο, για τα δεδομένα της εποχής τρόπο.
Αποτελούνταν από φακοειδούς μυλόλιθους με λίθινες κούπες όπου αλεθόταν ο ελαιόκαρπος με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνεται εκσάρκωση της ελιάς και να μη σπάει το κουκούτσι.

Κατά τη μεσαιωνική περίοδο και την τουρκοκρατία τα ελαιόδενδρα ήταν διάσπαρτα σε μεγάλη σχετικά απόσταση, ώστε τα ίδια κτήματα να χρησιμοποιούνται συγχρόνως και για διάφορες άλλες καλλιέργειες, κυρίως δημητριακών.

Στην ανάπτυξη της ελαιοκομίας της Χαλκιδικής συνέβαλε ουσιαστικά η εξημέρωση των άγριων ελαιοδένδρων που υπήρχαν σε περιοχές οι οποίες δεν ήταν κατάλληλες για σιτοκαλλιέργεια και έτσι δημιουργήθηκαν οι πρώτοι ελαιώνες.

Από τον 14οαιώνα αναφέρεται η ύπαρξη ̈Τζιμηλαρείων ̈, όπως αποκαλούνται στους βυζαντινούς χρόνους τα ελαιοτριβεία καθώς και η ανακάλυψη αρχαιολογικών ευρημάτων, που μαρτυρούν την επεξεργασία της ελιάς στο Άγιο Όρος και σε άλλες περιοχές της Χαλκιδικής.

Συγκεκριμένες αναφορές για ελαιώνες στην Χαλκιδική υπάρχουν από το 1415: αναφέρεται ο ελαιώνας του Ανδρονίκου, στο μετόχι του Αγίου Παύλου της Κασσάνδρας, τα διάσπαρτα παμπάλαια ελαιόδενδρα στο μετόχι της Βατοπεδίου στο Σουφλάρι της Καλαμαριάς (Νέα Τρίγλια), τα αντίστοιχα στο γειτονικό Νταουτλού (Ελαιοχώρια),και ο ελαιώνας της μονής Ιβήρων στο νησί Καυκανίας της Ολυμπιάδας.

Στην υπόλοιπη Χαλκιδική ήταν υπαρκτά εξημερωμένα ελαιόδενδρα και η παρουσία τους λειτουργούσε συχνά ως τοπωνύμιο.

Ο καρπός αυτών των ελαιοδένδρων φαίνεται ότι χρησιμοποιούνταν κυρίως για την παρασκευή βρώσιμων ελιών.

Προς τα μέσα του 19ου αιώνα ξεκίνησε η συστηματική ενασχόληση των Χαλκιδικιωτών με τον τομέα της ελαιοκομίας, με τον εμβολιασμό αγριελιών και, σε μικρότερη κλίμακα, με την μεταφύτευση εξημερωμένων ελαιοδένδρων.

Η στροφή αυτή θα πρέπει να οφείλεται κυρίως στις ευνοϊκές φορολογικές διατάξεις του «Κανονισμού περί ασυδοσίας των νέων ελαιώνων», που δημοσιεύτηκε το 1863.

Το 1887 είχε ήδη οργανωθεί ο μεγάλος ελαιώνας της Πορταριάς από το Χριστάκη Ζωγράφο(έναν από τους μεγαλύτερους κοινωνικούς, πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες του Γένους κατά τον 19° αιώνα).

Ο ελαιώνας αυτός προήλθε, γύρω στο 1900, στους προοδευτικούς τουρκαλβανούς αδελφούς Κενάν και Μουσταφά Χατζή-Οσμάν, οι οποίοι τον επεξέτειναν και δημιούργησαν, κατά πάσα πιθανότητα, τον πρώτο συστηματικό ελαιώνα της Μακεδονίας σε πεδινό έδαφος.

Είναι αυτός που βρίσκεται στα δυτικά και βόρεια όρια των Νέων Μουδανιών και αποτέλεσε ουσιαστικό λόγο, για την εγκατάσταση εκεί, το 1923, των προσφύγων από τα Μουδανιά της Προποντίδας.

Καταλαμβάνει επιφάνεια 4.125 δεκαδικών στρεμμάτων όπου βρισκόταν ελαιόδεντρα των οποίων ο αριθμός κυμαίνεται, στις σχετικές γραπτές και προφορικές αναφορές, μεταξύ 32.οοο και 120.000 ριζών.

Τα ελαιόδεντρα είναι φυτεμένα σε ορθογώνιο κάνναβο, με αποστάσεις 7×7 και 8×8 βημάτων, ενώ μια ̈οδός ̈ πλάτους 16 βημάτων τον τέμνει παράλληλα προς τη θάλασσα.

Οι ίδιοι αδερφοί Χατζή —Οσμάν ίδρυσαν και παραδοσιακό ελαιουργείο μέσα στο κτήμα τους για την εξυπηρέτηση του ελαιώνα, ενώ παράλληλα ίδρυσαν το πρώτο γνωστό ατμοκίνητο ελαιουργείο της Μακεδονίας, το 1905, στην παραλία της Γερακινής, προκειμένου να αξιοποιήσουν την παραγωγή του Πολυγύρου και της γύρω περιοχής , η οποία είχε ήδη αρχίσει να γίνεται αξιόλογη.

Αυτό αποτέλεσε το έναυσμα του εκσυγχρονισμού των αντίστοιχων εγκαταστάσεων στην Χαλκιδική.

Κατά τους νεώτερους χρόνους, και συγκεκριμένα για την περίοδο 1917 1927, σύμφωνα με τα πορίσματα έρευνας η οποία διεξήχθη το 1922 από τον τότε επόπτη βιομηχανίας της Γενικής Δ/νσης Θεσσαλονίκης, η Χαλκιδική αναφέρεται ως η μόνη περιοχή παραγωγής ελαιολάδου στη Μακεδονία.

Ειδικότερα αναφέρονται 191 ελαιοτριβεία (όπου συμπεριλαμβάνονται και τα σησαμοτριβεία), η δυνατότητα των οποίων είναι 400.000 σκιάδες ελαιόλαδο το έτος.

Στην απογραφή των σωζόμενων μέχρι σήμερα ελαιοτριβείων, η οποία έγινε στο χρονικό διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 1992 και Απριλίου 1993, βρέθηκαν 39.

Χαρακτηριστικό όλων των ελαιοτριβείων της περιόδου στην οποία αναφέρονται είναι ότι η χωροθέτηση τους είναι σε άμεση σχέση πάντα με το σπίτι ελαιουργού.

Στους παραλιακούς οικισμούς, η θέση του ελαιοτριβείου είναι πάντοτε δίπλα στη θάλασσα για να είναι δυνατή η φόρτωση των υποπροϊόντων σε πλοία με προορισμό κυρίως το πυρηνελαιουργείο Κιαπέκου στη Χαλκίδα.

Η ελιά στη Χαλκιδική, κατά τη διάρκεια τουλάχιστον των δύο τελευταίων αιώνων, αποτελεί σημαντικό σημείο αναφοράς, τόσο στην οικονομική ζωή των κατοίκων, όσο και στην κοινωνική παράδοση και λαογραφία.

Στη Χαλκιδική υπάρχουν πολλά τοπωνύμια που σχετίζονται με την ελιά.

Κοντά στη Νέα Τρίγλια υπάρχει ο οικισμός Ελαιοχώρια.

Στη Νικήτη τα τοπωνύμια Ελιά, Μικρή Ελιάκαι άλλα που φέρουν ονόματα ιδιοκτητών ελαιώνων, φανερώνουν την ύπαρξη ελαιοδέντρων στην περιοχή, όπως η Ελιά του Κουκουρούμα στη Νικήτη, η Ελιά του Δεληάγγελου προς τη Μεταμόρφωση, η Ελάρα της Χαμαϊδής στη Γερακινή κ.α.

Στο Στρατώνι υπάρχει η θέση Ελαιώνας, όπου μάλιστα τελευταία ανασκάφτηκε μέρος ενός δημοσίου ρωμαϊκού οικοδομήματος.

Στα αρχαία Στάγειρα που βρίσκονται στα ανατολικά της Ολυμπιάδας σε απόσταση 700 μέτρων, υπάρχει η θέση Λιοτόπι, όπου από το 1990 διεξάγονται σημαντικές αρχαιολογικές ανασκαφές.

Και από τους μύθους και την ιστορία στο σήμερα…

Τα ελαιόδεντρα επιτραπέζιας ελιάς καλύπτουν το 25% του ελληνικού ελαιώνα, με περισσότερα από 40 εκατ. δέντρα, ενώ ειδικά για την ελιά της Χαλκιδικής το 85% εξάγεται.

Η επιτραπέζια (βρώσιμη) ελιά Χαλκιδικής ή πράσινη ελιά αποτελεί το 55% της ελληνικής παραγωγής σε βρώσιμη ελιά -ακολουθούν οι ποικιλίες Καλαμών και οι Αμφίσσης- με παραγωγή που αγγίζει κατά προσέγγιση τους 120.000 τόνους τον χρόνο, το 60% των οποίων μεταποιείται εντός του νομού σε μία από τις 80 μεταποιητικές μονάδες – υπάρχουν επίσης και πάνω από 40 ελαιοτριβεία.

Περισσότερο από το 80% της παραγωγής εξάγεται σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, στις ΗΠΑ (δεύτερος εξαγωγικός προορισμός, μετά τη Γερμανία), στον Καναδά, στην Αυστραλία, ακόμη και σε χώρες της Αφρικής.

Η Ευρωπαϊκή ελιά έχει πολλές ποικιλίες. Οι ποικιλίες της ελιάς είναι 130 περίπου και από αυτές οι πιο γνωστές είναι περίπου 50.Από τις ποικιλίες αυτές άλλες αποτέλεσαν προϊόν μακροχρόνιας εξέλιξης και προσαρμογής στα μικροκλίματα όπου αναπτύχθηκαν και άλλες προϊόν εργαστηριακής εξέλιξης.
Αναλόγως το είδος του φυτού διακρίνονται σε μικρόκαρπες, μεσόκαρπες, αδρόκαρπες και καλλωπιστικές.

Οι «Πράσινες Ελιές Χαλκιδικής» προέρχονται αποκλειστικά από τις ποικιλίες «Χονδρελιά Χαλκιδικής» ή Γαϊδουρολιά (λόγω του μεγάλου σχετικά μεγέθους των καρπών της) καταλαμβάνει το 90% της παραγωγής επιτραπέζιας ελιάς του είδους Olea europea.

Πρόκειται για επιτραπέζιες κυρίως ποικιλίες και καλλιεργούνται εξ’ολοκλήρου σχεδόν στη Χαλκιδική.

Οι ποικιλίες «Χονδρελιά Χαλκιδικής» και «Χαλκιδικής» διαφέρουν ως προς ορισμένα μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά, ωστόσο αποδίδουν ομοιογενές προϊόν λόγω του οικολογικού περιβάλλοντοςτης Χαλκιδικής, της χημικής και μηχανικής σύστασης του εδάφους, του τρόπου που καλλιεργούνται τα ελαιόδεντρα και των παραδοσιακών πρακτικών συλλογής, εκπίκρανσης και γέμισης των καρπών.

Επειδή, λοιπόν, οι διαφορές τους είναι πολύ μικρές και μη ορατές οι παραγωγοί τις καλλιεργούν μαζί και τις συγκομίζουν μαζί χωρίς να είναι σε θέση να διαχωρίσουν τον καρπό ή τα ελαιόδεντρα ανάλογα με την ποικιλία τους.


Είναι ποικιλίες μεγαλόκαρπες με χρώμα βαθύ πράσινο, που κατά την επεξεργασία τους μετατρέπεται σε αχυροκίτρινο.
Οι ποικιλίες αυτές αναφέρονται ως οι περισσότερο μεγαλόκαρπες από τις ελληνικές ποικιλίες.
Έχουν διπλή χρήση, για παραγωγή υψηλής ποιότητας βρώσιμου ελαιοκάρπου και παραγωγή ελαιολάδου (απόδοση σε λάδι:14-20%).

Διατροφική αξία των πράσινων ελιών Χαλκιδικής

-Πρωτεΐνες: Η παρουσία πρωτεϊνών είναι σχετικά χαμηλή, εντούτοις, η ποιότητα τους έχει μεγάλο ενδιαφέρον από θρεπτική άποψη, γιατί οι πρωτεΐνες έχουν υψηλή βιολογική αξία.
-Φυτικές ίνες: Εξαιρετική πηγή φυτικών ινών, λόγω του ότι οι φυτικές ίνες, έχουν μεγάλη σπουδαιότητα στην πραγματοποίηση όλων των λειτουργιών της πέψης.
-Βιταμίνες: Είναι πλούσιες σε τοκοφερόλες και τοκοτριενόλες, ουσίες που διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στους αντιοξειδωτικούς μηχανισμούς του ανθρώπινου σώματος και συμβάλουν στην μακροζωία.
Περιέχουν σημαντικές ποσότητες βιταμίνης Α και Ε, οι οποίες σε συνδυασμό συμβάλλουν στην καλή υγεία του δέρματος. Σε μικρότερες ποσότητες περιέχουν βιταμίνες Β1, Β6 και Β12 οι οποίες βελτιώνουν την λειτουργία του νευρικού συστήματος και ενισχύουν το μεταβολισμό.


-Πολυφαινόλες: Η συγκέντρωση πολυφαινολών γενικότερα στις βρώσιμες ελιές είναι υψηλή, ενώ ειδικά στις μη επεξεργασμένες ελιές, σε μεγαλύτερη αφθονία βρίσκονται η ελευρωπαΐνη, η υδροξυτυροσόλη και η τυροσόλη που βοηθούν τη λειτουργία της καρδιάς και στην πρόληψη του καρκίνου.
-Ιχνοστοιχεία:
Είναι πλούσιες σε σίδηρο,ασβέστιο,κάλιο και φώσορο.Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την καλή κατάσταση του αίματος, ο φώσφορος και το ασβέστιο είναι απαραίτητα για γερά οστά και δόντια και το κάλιο για την καλή λειτουργία της καρδιάς.
Σημαντική πηγή αντιοξειδωτικών: Τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και οι τοκοφερόλες που περιέχονται στις ελιές έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες, προσφέροντας προστασία από καρδιαγγειακά νοσήματα, εγκεφαλικά και καρκίνο.
Οι βρώσιμες ελιές έχουν 10 φορές περισσότερα αντιοξειδωτικά από το ελαιόλαδο.

φωτογραφίες Αρχείο Μπενάκη

με στοιχεία από μελέτες για την ελιά της Χαλκιδικής του ΑΠΘ  Γεωπονίας, Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος έγραψε η Μαίρη Στεργίου