Οι τράπεζες θα παραμείνουν απαραίτητες στο μέλλον, ως κινητήριος δύναμη χρηματοδότησης της ανάπτυξης στην Ευρώπη και θα χρειαστεί να προσαρμοστούν στον κόσμο του αύριο, διατηρώντας τα τρία βασικά τους προσόντα: εμπιστοσύνη, διαχείριση ρίσκου, εμπειρία πελάτη.
Την εκτίμηση αυτή εξέφρασε κατά την ομιλία του στο συνεδριο που διοργανουν απο κοινού η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, η Εθνική Τράπεζα και ο Εκονομιστ, ο chief policy officer της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Τραπεζών (EBF) Sebastien de Brouwer, τονίζοντας ότι στις τράπεζες εξακολουθεί να αναλογεί η μεγαλύτερη δύναμη πωλήσεων οποιασδήποτε εμπορικής εταιρείας. Ο κ. Brouwer επεσήμανε ότι η EBF αντιπροσωπεύει 3.500 τράπεζες από 45 χώρες, οι οποίες απασχολούν περίπου 2 εκατ. εργαζόμενους και διαθέτουν δάνεια ύψους 20 τρισ. ευρώ σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά ανά την Ευρώπη.
Ο πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs Asset Management και πρώην υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Jim O’ Neill
«Αν είσαι μικρός και δεν έχεις καλή παραγωγικότητα, είσαι ευάλωτος στις διεθνείς αναταράξεις», τόνισε στην ομιλία του ο πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs Asset Management και πρώην υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Jim O’ Neill. Όπως είπε, οι μισές από το top 25 των χωρών – οδηγών στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη βρίσκονται στην Ευρώπη, ωστόσο, καμία από αυτές δεν είναι η Ελλάδα ή η Ιταλία. Ο κ. O’ Neill χαρακτήρισε εξαιρετικά αδύναμη την παραγωγικότητα στη Μεσόγειο, υπογραμμίζοντας ότι χρειάζονται διαρθρωτικές αλλαγές και καλύτερη εκπαίδευση.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα βρεθούν σε σημαντικές πιέσεις, στο σενάριο της επιβράδυνσης για την κινεζική οικονομία – οι Κινέζοι καταναλωτές αντιπροσωπεύουν το 25% του παγκόσμιου ονομαστικού ΑΕΠ αυτήν τη 10ετία. Στο πλαίσιο αυτό, παρατήρησε ότι η Γερμανία σήμερα εξάγει περισσότερο στην Κίνα (πλέον, ο πρώτος της εμπορικός εταίρος) απ’ ό,τι στην Ιταλία.
Ευρύτερα, ο κ. Ο’ Neill εξέφρασε την εκτίμηση ότι η παγκόσμια οικονομία δεν τα πηγαίνει σήμερα τόσο άσχημα όσο πολλοί νομίζουν, καθώς η ανάπτυξη δεν είναι μεν τόσο δυναμική, όσο ήταν την προηγούμενη δεκαετία, αλλά είναι ακόμη πολύ υψηλότερη απ’ ό,τι, για παράδειγμα, τις δεκαετίες 1980 και 1990.
Ο αναπλ. υπουργός Οικονομίας και Ανάπυξης Στέργιος Πιτσιόρλας
Η επίλυση του ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων απαιτεί δύσκολες αποφάσεις, που συμπεριλαμβάνουν και πλειστηριασμους ανεφερε στην ομιλία του ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας, τονίζοντας ότι σχεδόν το 50% των δανείων είναι «κόκκινα».
Στο πλαίσιο αυτό, υποστήριξε ότι το πρόβλημα είναι κατεξοχήν πολιτικό και συνδέεται με τον τρόπο που λειτουργούσε το πολιτικό σύστημα στη χώρα. Ειδικότερα, ανεφερε ο κ. Πιτσιόρλας, τα δάνεια αυτά δεν δημιουργήθηκαν από κακές εκτιμήσεις των τραπεζικών στελεχών ή των επιχειρήσεων αλλά από την απουσία ρυθμιστικού πλαισίου και κυρίως από τη διαπλοκή που υπήρχε ανάμεσα στο τραπεζικό σύστημα, την πολιτική ηγεσία και τον επιχειρηματικό κόσμο.
Έως την αρχή του 2019 θα υπάρχει ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός, είπε ο κ. Πιτσιόρλας, αναφορικά με το εγχείρημα του ψηφιακού μετασχηματισμού. Ο ίδιος προανήγγειλε τη συγκρότηση εθνικού συμβουλίου για τα θέματα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης πολύ σύντομα.
Ο τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας και πρώην αναπλ. υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας
Οι αυταπάτες και η δημιουργική ασάφεια κόστισαν ακριβά, στερώντας την εμπιστοσύνη αποταμιευτών και επενδυτών ανέφερε κατά την ομιλία του ο τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας Χρήστος Σταϊκούρας, αναφερόμενος στην τρέχουσα ταραγμένη περίοδο στις τράπεζες, την οποία δεν μπορούμε να προσπεράσουμε.
Ο κ. Σταϊκούρας τόνισε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σήμερα μπροστά σε νέες μεγάλες προκλήσεις και μίλησε για την ανάγκη ουσιαστικής επιστροφής των καταθέσεων, αποκατάστασης της πρόσβασης στις αγορές κεφαλαίων, πλήρους άρσης των capital controls και εν τέλει σταδιακής πιστωτικής επέκτασης. Επεσήμανε δε τη σημασία του ψηφιακού μετασχηματισμού, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «το μέλλον το κατακτούν οι κοινωνίες που το σχεδιάζουν».
Όπως είπε, «κλειδί» για όλα αυτά είναι η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη, που προϋποθέτουν κυβερνητική αξιοπιστία και σοβαρότητα, στοιχεία για τα οποία ο ίδιος δεσμεύτηκε, εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης.