Εκατοντάδες πανηγύρια διοργανώνονται και πρόκειται να διοργανωθούν σε ολόκληρη τη βόρεια Ελλάδα για ακόμη ένα καλοκαίρι. Παραδοσιακή μουσική, χοροί και φροντισμένα “σπιτίσια” εδέσματα την παραμονή των εορτών Αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας δίνουν τη «σκυτάλη» στην κατάνυξη και το παραδοσιακό κουρμπάνι την επομένη, ανήμερα της εορτής.
Κρέας με κριθαράκι, με φασόλια, κοκκινιστό ή όχι. Καζάνια ύψους τουλάχιστον μισού μέτρου παίρνουν φωτιά για να ικανοποιήσουν το εκκλησίασμα και ο πάτερ ευλογεί το φαγητό, δίνοντας το έναυσμα να μοιραστεί στους πιστούς. Πάντα με ψωμί -που όπως εξηγεί στο XalkidikiPolitiki ο Γιώργος Βογιατζής, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Πολυγύρου– προσδίδει στο κουρμπάνι χαρακτήρα θρησκευτικού γεύματος, ανάλογου με τις «αγάπες» των πρώτων χριστιανικών χρόνων.
Το (Γ)κουρμπάνι προέρχεται από την τουρκική λέξη Kurban, που σημαίνει θύμα. Έτσι ονομάζεται το ζώο που θυσιάζεται, καθώς και η θυσιαστική λειτουργία στο σύνολό της.
Όπως μας εξηγεί ο κ. Βογιατζής, οι τελετές θυσίας ζώων είναι αρχαιοελληνικό έθιμο που διατηρήθηκε σε πολλές περιοχές, ακόμα και μετά τον εκχριστιανισμό των Ελλήνων, ενώ κατά τη Βυζαντινή περίοδο -παρά τις απαγορεύσεις της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας- συνδυάστηκαν με γιορτές Αγίων. Μάλιστα, το έθιμο διατηρήθηκε και επί Τουρκοκρατίας, καθώς οι Τούρκοι επέτρεψαν στους Έλληνες την εν λόγω θρησκευτική εκδήλωση.
Πρόκειται για ένα έθιμο που συναντάται σε αρκετά χωριά του Βόρειου ελλαδικού χώρου, κατά το οποίο σε γιορτές διαφόρων Αγίων γίνονταν τα λεγόμενα γκουρμπάνια, τα οποία αποτελούν μορφή δημοφιλούς θυσιαστικής εκδήλωσης και συνεχίζουν την παράδοση πανάρχαιων, αρχέγονων λατρευτικών δοξασιών και συνηθειών.
«Η διανομή, δε, του κρέατος, μαζί με άρτο, προσδίδει στο κουρμπάνι χαρακτήρα θρησκευτικού γεύματος, ανάλογου με τις «αγάπες» των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Παράλληλα βέβαια λειτουργεί στο όλο έθιμο και απόηχος αρχαϊκών αντιλήψεων και δοξασιών, που δίνουν στο κρέας εξαίρετες ιδιότητες και δύναμη και υγεία», μάς πληροφορεί και συμπληρώνει πως το έθιμο τελούνταν με την ευκαιρία κάποιας χριστιανικής γιορτής, για τη γιορτή του προστάτη Αγίου, αλλά και σε εξωεκκλησιαστικές περιπτώσεις όπως είναι ο θερισμός, ο αλωνισμός, η Πρωτομαγιά.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον ίδιο, οι περιστασιακές θυσίες είχαν είτε δημόσιο είτε ιδιωτικό χαρακτήρα και σχετίζονται με τον κύκλο της ζωής (γάμος, τοκετός, θάνατος), τη θεμελίωση κτισμάτων (σπίτια, γέφυρα, ναυπήγηση πλοίου), την αποτροπή κακού (αρρώστια, ανομβρία), τάματα, καθώς και την ανεύρεση θησαυρού.
«Πολλές από αυτές τις θυσίες καθιερώθηκαν σε διάφορες περιοχές όταν μια θυσία σε μια δύσκολη περίοδο λειτούργησε αποτρεπτικά για το κακό. Μάλιστα, μαρτυρία που έρχεται από χωριό της Καστοριάς μιλά για εξάλειψη αρρώστιας μετά τη θυσία ενός μικρού ταύρου. Μετά την καθιέρωση του κουρμπανιού τηρούνταν κάθε χρόνο ανελλιπώς υπό τον φόβο ότι η διακοπή του θα επαναφέρει το κακό», συνεχίζει, επισημαίνοντας πως τα κουρμπάνια που είχαν ιδιωτικό και περιστασιακό χαρακτήρα έχουν πια εξαλειφθεί, ωστόσο, διατηρούνται σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, χωρίς πια το ζώο να θυσιάζεται σε κοινή θέα, αλλά σε σφαγεία σύμφωνα με τους νόμους του κράτους.