Μπορεί τα καταναλωτικά δάνεια να αφορούν σημαντικά μικρότερα ποσά σε σύγκριση με τα στεγαστικά, ωστόσο το 2024 αποτέλεσαν την κυρίαρχη κατηγορία στις τραπεζικές χορηγήσεις. Συγκεκριμένα, το σύνολο των καταναλωτικών δανείων που χορήγησαν οι τράπεζες ξεπέρασε τα 1,7 δισ. ευρώ, δημιουργώντας μεγαλύτερη «πίτα» από αυτή των στεγαστικών.

Η καθαρή πιστωτική επέκταση στα καταναλωτικά δάνεια κατέγραψε θετικό πρόσημο, ενώ ο μέσος ρυθμός ανόδου των νέων χορηγήσεων επιταχύνθηκε στο 5,5%. Αντίθετα, στα στεγαστικά δάνεια –παρά τις εκταμιεύσεις νέων δανείων συνολικού ύψους άνω των 1,4 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων και των δανείων από το πρώτο πρόγραμμα «Σπίτι μου»– η συνολική μεταβολή ήταν αρνητική, καθώς οι εξοφλήσεις υπερέβησαν τις νέες χορηγήσεις. Ωστόσο, η αρνητική αυτή μεταβολή μειώθηκε, με τα στεγαστικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών να υποχωρούν κατά 2,9%, έναντι 3,7% το 2023.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), ο μέσος μηνιαίος ρυθμός χορηγήσεων νέων καταναλωτικών δανείων καθορισμένης διάρκειας (όχι ανοιχτά δάνεια ή κάρτες) διαμορφώθηκε στα 145 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 34% σε σύγκριση με το 2023. Την ίδια στιγμή, ο αντίστοιχος μέσος μηνιαίος ρυθμός για τα νέα στεγαστικά δάνεια ανήλθε στα 119 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 20,4%.

Επιπλέον, σύμφωνα με την έρευνα της ΤτΕ, το 56% των νέων συμβάσεων στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων τακτής λήξης το 2024 αφορούσε προϊόντα με σταθερό επιτόκιο διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους ή και περισσότερο.

Επιτόκια: Η τάση μείωσης και οι διαφορές με την Ευρώπη

Παρά τη μείωση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η επίδραση στα επιτόκια δανεισμού των νοικοκυριών –και κυρίως στα καταναλωτικά δάνεια– ήταν περιορισμένη. Τα επιτόκια για τα καταναλωτικά δάνεια παραμένουν σταθερά σημαντικά υψηλότερα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Το μεσοσταθμικό επιτόκιο για τα δάνεια των νοικοκυριών, το οποίο περιλαμβάνει και τις δύο βασικές κατηγορίες δανείων, διαμορφώθηκε σε 6,1% κατά μέσο όρο το 2024 – ποσοστό περισσότερο από μισή ποσοστιαία μονάδα υψηλότερο από το αντίστοιχο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων. Τα στεγαστικά δάνεια παρέμειναν πιο προσιτά, με μεσοσταθμικό επιτόκιο στο 4,1%.

Όπως και στην περίπτωση των επιχειρηματικών χορηγήσεων, ένα σημαντικό μέρος των στεγαστικών δανείων διατέθηκε με ευνοϊκότερους όρους δανεισμού, σε σύγκριση με τα κοινά τραπεζικά προϊόντα.

Από τα περίπου 1,42 δισ. ευρώ των νέων στεγαστικών δανείων που χορηγήθηκαν το 2024, πάνω από 400 εκατ. ευρώ αφορούσαν χορηγήσεις μέσω του προγράμματος “Σπίτι μου” της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, το οποίο προσφέρει μηδενικό επιτόκιο για το 75% της συνολικής χρηματοδότησης και απαλλαγή από την εισφορά 0,12%.

Η μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ συνέβαλε στη γενικότερη υποχώρηση των επιτοκίων δανείων για τα νοικοκυριά, επωφελώντας κυρίως όσους διαθέτουν ρευστότητα και όσους επέλεξαν κυμαινόμενο επιτόκιο.

Καταναλωτικά δάνεια: Υψηλό επιτόκιο στα ανοιχτά προϊόντα

Όσον αφορά τα καταναλωτικά δάνεια καθορισμένης διάρκειας, η πτωτική πορεία των επιτοκίων συνεχίστηκε στις αρχές του 2024. Το μέσο επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 10,8%, δηλαδή περίπου μισή ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2023.

Ωστόσο, για τα καταναλωτικά δάνεια μη καθορισμένης διάρκειας –που περιλαμβάνουν κατά σειρά μεγέθους πιστωτικές κάρτες, ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις από λογαριασμούς όψεως– το μέσο επιτόκιο παρέμεινε σταθερό στο 15%, όπως και το 2023.