Μόλις το 0,1% των ελληνικών χωρικών υδάτων προστατεύεται σήμερα επαρκώς από την υπεραλίευση και άλλες επιβαρυντικές για το περιβάλλον δραστηριότητες. Ομως, αν η Ελλάδα αποφάσιζε να προστατεύσει αυστηρά έστω το 5% των θαλασσών της, με μια αρχική επένδυση 62 εκατ. ευρώ και ετήσιο κόστος επιπλέον 55 εκατ. ευρώ, θα μπορούσε μέσα σε τέσσερα χρόνια να αποσβέσει την επένδυση μόνο και μόνο από την ανάπτυξη του καταδυτικού τουρισμού – χωρίς να συνυπολογιστούν τα άμεσα, θεαματικά αποτελέσματα στην αύξηση των ιχθυοαποθεμάτων και στην ανάκαμψη της θαλάσσιας βιοποικιλότητας.

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον συμπέρασμα καταλήγει έκθεση του διεθνούς οργανισμού Pristine Seas, η οποία παραδόθηκε πριν από ένα μήνα στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Στόχος της έκθεσης είναι να υποστηρίξει επιστημονικά και να παροτρύνει πολιτικά την κυβέρνηση να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων μεσογειακών χωρών όπως η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Τουρκία, οι οποίες έχουν κηρύξει προστατευόμενες θαλάσσιες ζώνες με μετρήσιμα αποτελέσματα.

Αφορμή για την εκπόνηση της έκθεσης ήταν η εξαγγελία του πρωθυπουργού, το 2021, στο συνέδριο της Διεθνούς Ενωσης Προστασίας της Φύσης (ΙUCN), περί προστασίας του 30% των ελληνικών θαλασσών έως το 2030. Η Pristine Seas, μια παγκόσμια πρωτοβουλία που δημιούργησε το National Geographic Society με στόχο τη δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών, επικοινώνησε με την ελληνική κυβέρνηση και προσφέρθηκε να υποστηρίξει επιστημονικά το εγχείρημα.

Οπως επισημαίνει η έκθεση, οι ελληνικές θάλασσες έχουν «εξαντληθεί» σοβαρά από την ανθρώπινη εκμετάλλευση (κυρίως την υπεραλίευση) και την επίδραση της κλιματικής αλλαγής (αύξηση θερμοκρασίας και εισβολικά είδη). Οι «ψαριές», τονίζει η έκθεση, έχουν μειωθεί στο μισό από τη δεκαετία του ’90 ακριβώς λόγω της υπερεκμετάλλευσής τους. Και παρότι η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στη Μεσόγειο, ο καταδυτικός τουρισμός υστερεί σημαντικά από χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, ακριβώς επειδή τα νερά της είναι φτωχά σε ζωή. «Η κοινή αλιευτική πολιτική και η φτωχή διαχειριστική πολιτική της αλιείας στην Ελλάδα απέτυχαν να αναστρέψουν την εξάντληση των ιχθυοαποθεμάτων. Αντιθέτως, οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές στη Μεσόγειο έχουν αποδεδειγμένα βοηθήσει στην ανάκαμψη της θαλάσσιας ζωής και των οικοσυστημικών υπηρεσιών, δημιούργησαν νέες θέσεις εργασίας, ενίσχυσαν την τοπική αλιεία και ωφέλησαν τις τοπικές κοινωνίες μέσω του οικοτουρισμού», αναφέρει η έκθεση.

Οπως επισημαίνεται, περίπου το 5% της ελληνικής ΑΟΖ έχει κάποιας μορφής προστατευτικό καθεστώς, ωστόσο η προστασία αυτή είναι «στα χαρτιά». Μόλις 0,1% της ΑΟΖ προστατεύεται επαρκώς από την υπεραλίευση και άλλες επιβαρυντικές δραστηριότητες. Η πρόταση της Pristine Seas λοιπόν κινείται ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο: «Προτείνουμε μια απλή λύση ώστε η Ελλάδα να συνεισφέρει γρήγορα στον στόχο 30×30 (σ.σ.: προστασία του 30% των θαλασσών έως το 2030) και να αυξήσει την αξία των θαλασσών της: να μετατρέψει τις περιοχές που έχουν κάποιας μορφής προστασία σε περιοχές αυστηρής προστασίας».

Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι η οργάνωση επισημαίνει ως πρώτη επίδραση την ενίσχυση του καταδυτικού τουρισμού. Οπως τονίζεται, η ανάκαμψη της θαλάσσιας ζωής σε περιοχές υπό καθεστώς αυστηρής προστασίας θα προσελκύσει δύτες από το εξωτερικό, θα βοηθήσει τη δημιουργία νέων καταδυτικών κέντρων (124 σήμερα) και θα αυξήσει τις συνδεδεμένες με τις καταδύσεις θέσεις εργασίας κατά 300% και τα έσοδα κατά 400% (από 82 εκατ. ευρώ σήμερα σε 312 εκατ. ευρώ). Επιπροσθέτως, σημειώνει η έκθεση, σε καλά διαχειριζόμενες προστατευόμενες περιοχές, η αύξηση των ιχθυοαποθεμάτων θα βελτιώσει την εργασία και το εισόδημα των τοπικών αλιέων. «Ο χειρότερος εχθρός της αλιείας είναι η υπεραλίευση, όχι οι προστατευόμενες περιοχές», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Οπως υπολογίζει η οργάνωση, η αναβάθμιση των προστατευόμενων περιοχών στην Ελλάδα (5% της ΑΟΖ) εκτιμάται πως απαιτεί μια αρχική δημόσια επένδυση της τάξης των 62 εκατ. ευρώ και ακόμη 55 εκατ. ευρώ ετησίως ως κόστος λειτουργίας, υποθέτοντας ότι κάθε προστατευόμενη περιοχή θα έχει προσωπικό, σχέδιο διαχείρισης κ.λπ. Τα οικονομικά οφέλη θα αντισταθμίσουν το κόστος σε διάστημα τεσσάρων ετών, υπογραμμίζεται.

 

«Ελάχιστη προστασία»

Ιδρυτής της Pristine Seas είναι ο Καταλανός Ενρικ Σάλα. «Εχω εργαστεί πολλές φορές στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη τη Μεσόγειο, κάνοντας επιστημονική έρευνα. Δυστυχώς, στην Ελλάδα, οι περισσότερες θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές… προσφέρουν ελάχιστη προστασία», σχολιάζει. «Οι περιοχές αυστηρής προστασίας είναι αυτές που φέρνουν τα οφέλη για το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες, μέσω του τουρισμού και της αλιείας. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: στο σύμπλεγμα των νησίδων Μέδες (κοντά στην Κόστα Μπράβα) ένας δύτης εύκολα θα δει στη θάλασσα κοπάδια από σφυρίδες που φτάνουν το 1,5 μέτρο. Στην Ελλάδα, εάν κάποιος πιάσει μια σφυρίδα ενός μέτρου, είναι μεγάλο γεγονός. Τα ψάρια που προλαβαίνουν να φτάσουν σε μεγάλα μεγέθη ανάπτυξης παράγουν εκατοντάδες αυγά, που με τη σειρά τους γίνονται εκατοντάδες ψάρια, τα οποία βέβαια δεν μένουν στα όρια μιας προστατευόμενης περιοχής, ωφελώντας έτσι και την αλιεία».

Μέλος της συντακτικής ομάδας είναι και ο βιολόγος Βαγγέλης Παράβας, ο οποίος ασχολήθηκε με το καθεστώς προστασίας στην Ελλάδα. «Σήμερα στη χώρα μας υπάρχει πληθώρα διαφορετικών καθεστώτων. Οσον αφορά τις θαλάσσιες περιοχές που προστατεύονται με βάση την περιβαλλοντική νομοθεσία, υπάρχουν εθνικά θαλάσσια πάρκα στα οποία υπάρχει ένα επίπεδο προστασίας και περιοχές Νatura που δεν έχουν στην πράξη καμία προστασία. Στις προστατευόμενες περιοχές, το θεσμικό πρόβλημα είναι ότι πρέπει να επιλεγούν “οριζόντια” συγκεκριμένες χρήσεις γης, οι οποίες μπορεί να μη συνάδουν με τις ιδιαιτερότητες μιας περιοχής (με αποτέλεσμα είτε να υπάρχουν ανεπαρκείς είτε υπερβολικοί περιορισμοί). Οσον αφορά τις περιοχές στις οποίες ελέγχεται η αλιεία, το πρόβλημα είναι ότι οι περιορισμοί αφορούν μόνον αυτό και καμία άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα. Το βασικό έλλειμμα στη χώρα μας είναι οι περιοχές αυστηρής προστασίας, καθώς αυτές είναι που παράγουν άμεσα και θεαματικά αποτελέσματα».

Γιατί όμως η έκθεση εστιάζει στις δυνατότητες του καταδυτικού τουρισμού στη χώρα μας; «Στην Ισπανία, μια περιοχή στην οποία απαγορεύεται η αλιεία έκτασης μόλις ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου εκτιμάται πως αποφέρει έσοδα 16 εκατ. ευρώ τον χρόνο και 200 θέσεις εργασίας», λέει ο κ. Σάλα. Το μοντέλο αυτό λειτουργεί μέσω της χρέωσης του δύτη υπέρ της προστατευόμενης περιοχής. «Στα νησιά Μέδες που σας προανέφερα, οι δύτες δίνουν ένα συμβολικό ποσό το οποίο έχει φτάσει να καλύπτει το μισό λειτουργικό κόστος του φορέα της προστατευόμενης περιοχής. Υπάρχουν περιοχές στον κόσμο όπου καλύπτεται το σύνολο».

Ο κ. Σάλα εκτιμά πως η συγκυρία είναι η κατάλληλη για να κάνει και η Ελλάδα τέτοια βήματα. «Εχουμε συναντήσει τον κ. Μητσοτάκη. Καταλαβαίνει τα οφέλη και έχει όραμα. Νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται είναι η πολιτική βούληση».

 

Τι πέτυχε η Τουρκία στον Κεραμεικό Κόλπο

Ενα παράδειγμα ανάκαμψης θαλάσσιας περιοχής μετά τη θέσπιση αυστηρού καθεστώτος προστασίας βρίσκεται δίπλα μας, στην Γκιόκοβα (Κεραμεικός Κόλπος, κάτω από τη χερσόνησο της Αλικαρνασσού). «Πριν από τη δημιουργία της προστατευόμενης περιοχής, ο κόλπος υπέφερε από την υπεραλίευση και την παράνομη αλιεία, που είχαν οδηγήσει σε δραματική μείωση των ιχθυοαποθεμάτων και γενικά της θαλάσσιας βιοποικιλότητας», εξηγεί η Γκιζέμ Ακντογάνγενική γραμματέας της Ενωσης Μεσογειακής Προστασίας (Akdeniz Koruma Derneği). «Παρά ταύτα, μετά τη δημιουργία της προστατευόμενης περιοχής καταγράψαμε μια αξιοσημείωτη ανάκαμψη της θαλάσσιας ζωής. Είδαμε μεγάλη αύξηση των ψαριών, ιδίως των μεγάλων θηρευτών όπως οι ροφοί και οι συναγρίδες, που είναι κρίσιμοι για τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας. Επίσης βοήθησαν να ανακάμψουν οι πληθυσμοί απειλούμενων ειδών, όπως ο σταχτοκαρχαρίας και η μεσογειακή φώκια. Παράλληλα μειώθηκαν τα “εισβολικά” είδη, όπως το λεοντόψαρο, τα οποία αποτελούσαν απειλή για το οικοσύστημα».

Τι είδους μέτρα εφαρμόστηκαν; «Τη μεγαλύτερη επίδραση είχε η δημιουργία ενός δικτύου μικρών περιοχών απόλυτης προστασίας (no-take zones), όπου όλες οι μορφές αλιείας απαγορεύονται αυστηρά. Τα μέτρα εφαρμόστηκαν μέσω ενός συστήματος παρακολούθησης από την τοπική κοινωνία (marine rangers), που υποστηρίζεται από τους τοπικούς ψαράδες και τις εθνικές αρχές. Οι ίδιοι οι ψαράδες προφανώς δεν επιβάλλουν πρόστιμα, αλλά τραβούν φωτογραφίες και βίντεο και ενημερώνουν το λιμενικό. Επιπλέον, σε μεγάλες περιοχές στον κόλπο απαγορεύτηκαν καταστροφικές αλιευτικές πρακτικές, όπως η αλιεία με συρόμενα μέσα και το ψάρεμα με γρίπο».

Οπως αναφέρει η κ. Ακντογάν, τα αποτελέσματα έγιναν άμεσα ορατά. Μέσα στον πρώτο χρόνο, μελέτες κατέγραψαν αύξηση 27% στον πληθυσμό των ψαριών και 19% σε απειλούμενα είδη. Ανάμεσα στο 2013 και το 2015 ο πληθυσμός των μεγάλων θηρευτών αυξήθηκε έως και 25 φορές περισσότερο απ’ ό,τι στις μη προστατευόμενες περιοχές. Η τοπική κοινότητα αλιέων είδε αύξηση στα έσοδά της κατά 180% τρία χρόνια μετά τη λειτουργία του συστήματος επιτήρησης της περιοχής. «Η προστατευόμενη περιοχή της Γκιόκοβα αποδείχθηκε εξαιρετικά επιτυχημένη. Οχι μόνο αποκατέστησε την υγεία του θαλάσσιου οικοσυστήματος, αλλά παρείχε σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη στην τοπική κοινωνία», καταλήγει.

kahimerini.gr