Το 1922, με την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και άλλες περιοχές, η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές και κοινωνικές κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας της.
Ένα από τα κύρια ζητήματα ήταν η στέγαση των προσφύγων, οι οποίοι, σε πολλές περιπτώσεις, έπρεπε να εγκατασταθούν σε περιοχές που δεν είχαν υποδομές για να υποστηρίξουν τη νέα τους ζωή.
Η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, η οποία συστάθηκε το 1923, ανέλαβε την ευθύνη για την εγκατάσταση και την αποκατάσταση των προσφύγων. Ανάμεσα στις πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν, ήταν και η κατασκευή κατοικιών για τις οικογένειες, με τη βοήθεια δανείων που δόθηκαν για την ανέγερση σπιτιών.
Το 1925, η Επιτροπή ανέθεσε στην γερμανική κατασκευαστική εταιρεία ‘ΔΕΧΑΤΕΓΚΕ’ (Deutsche Gesellschaft für Siedlungs- und Heimstättenbau), να κατασκευάσει μονιμότερα σπίτια για τους πρόσφυγες. Αυτά τα σπίτια είναι γνωστά ως «Σπίτια του Εποικισμού» και χαρακτηρίζονται από έναν συγκεκριμένο τύπο κατασκευής .Στο Διονυσίου, στο πάνω χωριό, διασώζεται ένα τέτοιο σπίτι του εποικισμού. Η διατήρησή του αποτελεί μαρτυρία για την προσπάθεια αποκατάστασης των προσφύγων και της ανάστασης των περιοχών που επηρεάστηκαν από τη μαζική προσφυγική ροή. Αυτά τα σπίτια, πέρα από τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές τους διαστάσεις, αποτελούν σημαντικά ιστορικά και αρχιτεκτονικά μνημεία, καθώς αντικατοπτρίζουν την πολιτική του κράτους για την ένταξη των προσφύγων και την επανεκκίνηση της κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην Ελλάδα του μεσοπολέμου.