Το 1963 η Τουρκία υπέγραψε την Συμφωνία Σύνδεσης με την ΕΟΚ.
Η Συμφωνία αυτή έθεσε το οικονομικό και εμπορικό πλαίσιο συνεργασίας με την τότε Κοινότητα, καθώς και τις κοινωνικές και πολιτικές της προϋποθέσεις.
Η Τουρκία το 1987 καταθέτει επισήμως αίτημα προσχώρησης στην ΕΕ.
Το 1995 προσχωρεί στην Τελωνειακή Ένωση σε μια σχέση ελλιπή και διαρκώς προβληματική από μέρους της.
Τέσσερα χρόνια αργότερα η Τουρκία θα λάβει το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας, αλλά οι διαπραγματεύσεις θα ξεκινήσουν αρκετά χρόνια αργότερα το φθινόπωρο του 2005 και αφού η διεύρυνση της ΕΕ έχει ξεκινήσει.
Μια υποψήφια για χώρα θα πρέπει να διασφαλίζει την δημοκρατία και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, να λειτουργεί ως οικονομία της αγοράς και να συμφωνεί με τους ευρωπαϊκούς όρους, δηλαδή τις υπαρξιακές αρχές της Ένωσης.
Στην περίπτωση της Τουρκίας θα πρέπει να προστεθεί η καλή γειτονία με κράτη μέλη όπως η Ελλάδα, η εξομάλυνση των σχέσεων με την Κυπριακή Δημοκρατία και η υποστήριξη των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού.
Είναι σαφές, ότι χώρα που δεν σέβεται τις διεθνείς συμβάσεις και δεν αναγνωρίζει τις διεθνείς τις υποχρεώσεις και τα Ευρωπαϊκά κεκτημένα όπως η ασφάλεια και τα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών μελών δεν μπορεί να διεκδικήσει επιτυχώς την ευρωπαϊκή της προοπτική.
Μισό αιώνα και κάτι μετά το 1963, με αλλεπάλληλες παραβιάσεις στο Αιγαίο, με την προσφυγική κρίση σε εξέλιξη, με την διεξαγωγή Κουρδικού δημοψηφίσματος ante portas στο βόρειο Ιράκ, παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό και με τις τουρκικές φυλακές ανοιχτές, οι μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία είναι σε πλήρη αντίθεση με τις Ευρωπαϊκές αξίες. Αυτή την άποψη υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την Τουρκία, ξεκαθαρίζοντας ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων ως έχουν θα αναστείλει άμεσα κάθε ενταξιακή της διαπραγμάτευση.
Σε αναστολή ή όχι η για πολλούς ανορθολογική ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας, οι ευρωτουρκικές σχέσεις έχουν όρια τα οποία οι γείτονες θα πρέπει να σεβαστούν. Η ειρήνη και η ασφάλεια στην περιοχή αποτελεί θεμελιώδη κανόνα της σχέσης αυτής και ο λόγος της πατρίδας μας σε αυτό θα πρέπει να είναι καθοριστικός.