Ο Αγαπητός Βαλογιώργης γεννήθηκε στο Γομάτι Χαλκιδικής και σε ηλικία μόλις 7 ετών θα χάσει και τους δύο γονείς του. Λίγα χρόνια μετά, για βιοποριστικούς λόγους, θα εγκαταλείψει το γραφικό χωριό του για να εγκατασταθεί μόνιμα στη Θεσσαλονίκη, όπου ήδη εργάζονταν τα μεγαλύτερα αδέλφια του. Αν και τον πίεζαν να τελειώσει το σχολείο, ο ίδιος θα πάρει την απόφαση να βγει στο μεροκάματο για να μην τους επιβαρύνει οικονομικά. Θα περάσει από ψησταριές και παντοπωλεία, για να καταλήξει στο εργαστήρι του «Φλόκα», του πιο θρυλικού ζαχαροπλαστείου της εποχής στη συμπρωτεύουσα.
Το εργαστήρι του «Φλόκα» θα αποτελέσει για τον ίδιο ένα μεγάλο σχολείο. Για ώρες ολόκληρες θα δημιουργεί τα δικά του γλυκίσματα, που μόλις εμφανίζονταν στις προθήκες και τα ψυγεία γίνονταν αμέσως ανάρπαστα, εθίζοντας σχεδόν τους θαμώνες του ζαχαροπλαστείου. Ο νεαρός Βαλογιώργης είναι εργατικός και με καινοτόμες ιδέες, χαρίσματα που γρήγορα θα γίνουν αντιληπτά από τον ιδιοκτήτη του ζαχαροπλαστείου Φλόκα, ο οποίος τον εμπιστεύεται τόσο ώστε να του αφήσει απόλυτη ελευθερία κινήσεων. Πολύ περισσότερο όταν αντιλαμβάνεται ότι τα γλυκά του τεχνίτη του έχουν αποκτήσει φανατικό κοινό που όλο και αυξάνεται.
Ο Αγαπητός Βαλογιώργης, όμως, είναι άνθρωπος ανήσυχος και η ιδιότητα του «απλού υπαλλήλου» δεν καλύπτει τις φιλοδοξίες του. Είναι άριστος γνώστης της ζαχαροπλαστικής τέχνης, έχει αποκτήσει πείρα αλλά και κοινό που τον εμπιστεύεται, έχει δηλαδή το απαραίτητο υπόβαθρο για να πραγματοποιήσει το παιδικό του όνειρο: να γίνει επιχειρηματίας. Τη φιλοδοξία αυτή βέβαια φρέναρε για κάποιο διάστημα η γερμανική κατοχή, όμως με την Απελευθέρωση, το 1944, θα θέσει άμεσα σε εφαρμογή το σχέδιό του: με 30 χρυσές λίρες στην τσέπη που δανείζεται από έναν χρηματιστή θα νοικιάσει το κατάστημα στην Τσιμισκή. Για πάγκο θα χρησιμοποιήσει μια παλιά ντουλάπα, ενώ θα βάλει τραπεζοκαθίσματα μπροστά στο πεζοδρόμιο για να κάνει το μαγαζί του στέκι των Θεσσαλονικέων.
Ως υπαλλήλους θα απασχολήσει τη γυναίκα του και την πεθερά του που φτιάχνουν τα γλυκά στο σπίτι και τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του που τα μεταφέρουν στα χέρια για να ψηθούν σε φούρνο του Βαρδάρη.
Το πρώτο «επίσημο» δημιούργημά του ήταν τα θρυλικά ροδίνια. Αμυγδαλόπαστα που γέμισε με κρέμα σαντιγί, και για χάρη της το κατάστημά του, αφού έγιναν περιζήτητα σε όλη τη Θεσσαλονίκη.
Με το πέρασμα των χρόνων και έπειτα από σκληρή δουλειά ο «Αγαπητός» καταφέρνει να μεγαλώσει την γκάμα του φτιάχνοντας περισσότερα από 300 είδη γλυκών, εκ των οποίων οι τούρτες «Μαρκησία» και «Ευφροσύνη», το προφιτερόλ, τα ροδίνια και οι καριόκες παραμένουν μέχρι σήμερα περιζήτητα. Το μαγαζί της Τσιμισκή θα γνωρίσει μεγάλες δόξες και θα γίνει στέκι γνωστών προσωπικοτήτων. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οικογένεια Καραμανλή, η Μαρινέλλα, ο Γιάννης Πάριος, αλλά και όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής θα περάσουν από το ζαχαροπλαστείο «Αγαπητός», συνήθεια απαράβατη σε κάθε επίσκεψή τους στη συμπρωτεύουσα. Ονειρο του παππού Αγαπητού είναι να επεκταθεί σύντομα και στην πρωτεύουσα, αφού ήδη έχει αποκτήσει πολλούς Αθηναίους πελάτες. Η επιθυμία του θα γίνει πραγματικότητα το 2000, οπότε και εγκαινιάζεται το πρώτο αθηναϊκό ζαχαροπλαστείο στο Σύνταγμα.
exostis.gr