Η “υπόθεση Βαρδινογιάνη” που ταλανίζει δεκαετίες ολόκληρες τη Σιθωνία Χαλκιδικής, εισάγεται την Τετάρτη στον Αέριο Πάγο, καθώς η απαίτηση των διεκδικητών έχει απορριφθεί ήδη σε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο δικαστήριο.

Η τελευταία απόφαση του Εφετείου από τον Απρίλιο του 2020 απέρριψε την προσφυγή εφέσεως που κατέθεσαν οι μονές Ξενοφώντος και Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, η εταιρεία ΣΕΚΑ συμφερόντων Βαρδινογιάννη, αλλά και μια ομάδα κληρονόμων κάποιων ιδιοκτητών που διεκδικούν στην ουσία τη μισή Σιθωνία. Έτσι είχε δοθεί τότε ανάσα στους κατοίκους των επίμαχων περιοχών (Άγιος Νικόλαος, Βουροβουρού, τμήματα Νικήτης)  που τώρα πάλι βλέπουν τον εφιάλτη να ζωντανεύει.

Πριν από 9 χρόνια περίπου το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πολυγύρου,  δικαίωσε κατοίκους και δήμο για 54 χιλιάδες στρέμματα στη Σιθωνία, τα οποία διεκδικούσαν δύο μοναστήρια του Αγίου Όρους και εταιρεία συμφερόντων Βαρδινογιάννη εξαιτίας μιας
παραχώρησης κατά την περίοδο της χούντας. Έκτοτε, οι διεκδικητές επανήλθαν στο Πολιτικό Εφετείο Θεσσαλονίκης, όπου δικαιώθηκαν τελικά το 2020.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έκταση των 55 χιλ. στρ. περιλαμβάνονται επίσης 17 χιλιάδες στρέμματα ιδιωτικών εκτάσεων και ένα τεράστιο τμήμα του καταπράσινου δάσους της περιοχής.
Χρειάστηκαν δικαστικοί αγώνες 43 ετών για να έρθει το 2015 πρωτόδικα το δικαστήριο και να κάνει αποδεκτό τον ισχυρισμό του Δήμου Σιθωνίας και του ελληνικού Δημοσίου, ότι οι Μονές Ξενοφώντος και Σίμωνος Πέτρας καθώς και η εταιρεία ΣΕΚΑ Α.Ε. δεν απέκτησαν ούτε δικαίωμα ιδιοκτησίας ούτε δικαίωμα κυριότητας επί της επίδικης έκτασης μέσα στην οποία βρίσκονται 7 χιλιάδες μικροϊδιοκτησίες, κυρίως κατοίκων της περιοχής.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Οι αγώνες των κατοίκων ξεκίνησαν το 1974 οπότε και έγινε γνωστή η αγοραπωλησία του τόπου τους, με την πράξη οριστικής μεταβίβασης από την Μονή Ξενοφώντος στην εταιρία «ΣΕΚΑ ΑΕ» συμφερόντων της οικογένειας Βαρδινογιάννη, έναντι ευτελέστατου αντιτίμου.
Από το 1974 μέχρι και σήμερα οι κάτοικοι για σχεδόν 45 χρόνια κάνουν δικαστικούς αγώνες διεκδικώντας τη γη τους. “Η αγοραπωλησία αυτή είναι ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της περιόδου της χούντας”, υποστηρίζουν οι κάτοικοι.
Η ιστορία ξεκινάει το 1965 όταν η Mονή Ξενοφώντος υποβάλλει στο υπουργείο Γεωργίας αίτηση αναγνώρισης ιδιοκτησίας μιας έκτασης 53.800 στρ. που ξεκινά από την αρχή της χερσονήσου Σιθωνίας και καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της.
Η προσπάθεια του μοναστηριού να αναγνωρισθεί η εν λόγω έκταση ως δική του, δεν τελεσφορεί.
Το 1969 γίνεται προσύμφωνο μεταξύ της Μονής και της ΣΕΚΑ Α.Ε. (Ομίλου Βαρδινογιάννη) και μεταβιβάζεται η επίδικη έκταση.
Στο κείμενο του προσύμφωνου δίνεται και η δυνατότητα στη ΣΕΚΑ Α.Ε. να ενεργεί αντ’ αυτής! Με λίγα λόγια, αφού η Μονή δεν μπόρεσε να πετύχει την αναγνώριση το 1965, ανέλαβε ο Βαρδινογιάννης να προωθήσει την υπόθεση.
Έτσι, το 1971 επανέρχεται η Μονή με νέα αίτηση προς το Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δημοσίων Δασών (ΣΙΔΔ) προβάλλοντας την ίδια αξίωση.
Τον Απρίλιο του 1973 το Συμβούλιο ιδιοκτησίας δημόσιων δασών παραπέμπει στο δασαρχείο Πολυγύρου την εξέταση του θέματος για την αίτηση που είχε καταθέσει η Μονή Ξενοφώντος για την παραχώρηση της έκτασης ήδη από το 1971.
Το δασαρχείο εκδίδει απόφαση θετική προς τη μονή.  Έτσι πολύ σύντομα γίνονται όλες οι διαδικασίες και την 1η Οκτωβρίου 1973, ο Υπουργός Γεωργίας της χούντας υπογράφει  απόφαση, με την οποία εκχωρεί στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος 53.000 στρέμματα δασικής έκτασης στην περιοχή της Σιθωνίας Χαλκιδικής, στην βάση ισχυρισμών της Μονής, ότι δήθεν διαθέτει σχετικά βυζαντινά χρυσόβουλα και οθωμανικά έγγραφα.
Μετά από αυτό η Ιερά Μονή Ξενοφώντος προχωρά άμεσα στην πώληση του δημόσιου δάσους, των 8 νησιών και των οικισμών που υπάρχουν στην περιοχή των 54.000 στρεμμάτων, στην εταιρία «ΣΕΚΑ ΑΕ» συμφερόντων της οικογένειας Βαρδινογιάννη, έναντι ευτελέστατου αντιτίμου. Το Νοέμβριο μάλιστα γίνεται και το συμβόλαιο.
Όμως με την εξέγερση του Πολυτεχνείου και τις αντιδράσεις των κατοίκων της περιοχής η χουντική κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου επαναφέρει το θέμα εκ νέου στο Συμβούλιο ιδιοκτησίας δημοσίων δασών και ακυρώνεται η απόφαση παραχώρησης. Το συμβόλαιο πώλησης λοιπόν προς την εταιρεία ΣΕΚΑ ΑΕ βρίσκεται στον αέρα.
Μετά την πτώση της χούντας το μοναστήρι και η ΣΕΚΑ καταφεύγουν στο ΣτΕ και στο συμβούλιο διαιτησίας δημοσίων δασών.
Και οι δύο φορείς εκδίδουν αρνητική απόφαση για το μοναστήρι και την εταιρεία συμφερόντων Βαρδινογιάννη.
Συγκεκριμένα την απόφαση ακύρωσε δύο φορές  το Συμβούλιο της Επικρατείας, με τελευταία την υπ. Αριθμ. 2332 του Δ’ τμήματος του ΣτΕ του 1980, με την οποία το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο αποφαίνεται τελεσίδικα ότι η έκταση ανήκει στο Δημόσιο.
Η παραχώρηση ανακαλείται από το Δημόσιο χωρίς όμως ποτέ μέχρι σήμερα να έχει ακυρωθεί ο τίτλος ιδιοκτησίας της έκτασης αυτής στον Βαρδινογιάννη.
Το μόνο λοιπόν που έμενε ήταν πως το δημόσιο έπρεπε προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια για να ακυρωθεί και το συμβόλαιο. Αυτό όμως δεν έγινε.