Διπλές εισφορές θα κληθούν να πληρώσουν από τον μήνα Μάιο μέχρι και τον ερχόμενο Σεπτέμβριο 532.023 αυτοαπασχολούμενοι επαγγελματίες, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί και αγρότες, καθώς θα πρέπει να καταβάλουν εκτός από τις τρέχουσες μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές και τις χρεωστικές εισφορές για την ασφαλιστική κάλυψη του έτους 2017.
Συνολικά αναρτήθηκαν 1.155.354 ηλεκτρονικά ειδοποιητήρια. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σχεδόν ένας στους δύο αυτοαπασχολούμενους, δηλαδή το 47,7% αυτών που έλαβαν τα ειδοποιητήρια του ΕΦΚΑ με την εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών του 2017, έχει χρεωστικό υπόλοιπο. Να σημειωθεί πως το 28,6% των ασφαλισμένων, ήτοι 330.341 άτομα, έχουν πιστωτικά εκκαθαριστικά, ενώ το 23,7% των μη μισθωτών, δηλαδή 273.818 ασφαλισμένοι, έχουν μηδενικό υπόλοιπο.
Όσοι, λοιπόν, έχουν χρεωστικό υπόλοιπο, που σημαίνει ότι το 2017 με βάση τον νέο τρόπο υπολογισμού πλήρωσαν λιγότερες εισφορές από αυτές που αντιστοιχούσαν στο εισόδημά τους, θα πρέπει να καταβάλουν το επιπλέον ποσό που τους αντιστοιχεί, σε πέντε μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση πρέπει να πληρωθεί έως 31/5/2018, ενώ η τελευταία πληρώνεται στις 28/9/2018. Από αυτούς τους ασφαλισμένους, των οποίων τα ηλεκτρονικά εκκαθαριστικά αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του ΕΦΚΑ, το 22,1% έχει κάνει μερικές καταβολές των εισφορών, ενώ ένα ποσοστό ασφαλισμένων της τάξης του 25,6% δεν έχει καταβάλει καθόλου εισφορές.
Επισημαίνεται ότι η εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών της περσινής χρονιάς και των ειδοποιητηρίων που αναρτήθηκαν από προχθές στην ιστοσελίδα του ΕΦΚΑ δεν αφορά όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, αλλά μόνο εκείνους που ασκούσαν αποκλειστικά και μόνο επιχειρηματική ή αγροτική δραστηριότητα κατά το έτος εκκαθάρισης και δεν είχαν παράλληλη ασφάλιση (αφορά ασφαλισμένους σε τ. ΟΑΕΕ, τ. ΕΤΑΑ και τ. ΟΓΑ). Μέσα στις επόμενες ημέρες θα αναρτηθούν και τα υπόλοιπα, περίπου 350.000, ειδοποιητήρια για τις άλλες κατηγορίες των αυτοαπασχολουμένων οι οποίοι εκτός από το ελεύθερο επάγγελμα που ασκούσαν είχαν και παράλληλη απασχόληση ως μισθωτοί, ή αμείβονταν με δελτία παροχής υπηρεσιών (άρθρο 39, παρ. 9, ν. 4387/2016).
Οι ασφαλισμένοι πρέπει να γνωρίζουν πως οι δόσεις εκκαθάρισης σε περίπτωση χρεωστικού υπολοίπου για το 2017 πρέπει να πληρωθούν στο ακριβές ποσό που αναγράφεται στα ειδοποιητήρια, επειδή είναι συνδεδεμένες με την ασφαλιστική τους ενημερότητα. Αντίθετα, για τις εισφορές του 2018 αρκεί η καταβολή του ελάχιστου ποσού, ανεξάρτητα από το ύψος του ειδοποιητηρίου, για να μη διαταραχθεί η ασφαλιστική ενημερότητα.
Στο 65,5% το ποσοστό εισπραξιμότητας
Από τα ίδια στοιχεία που δημοσιοποίησε το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης προκύπτει ότι η εισπραξιμότητα των εισφορών ως προς το εισπραχθέν ποσό άγγιξε το 65,5% των απαιτητών ασφαλιστικών εισφορών.
Σε σχετική ανακοίνωση του υπουργείου αναφέρεται ότι «σε αντίθεση με τα χαμηλά ποσοστά που υπήρχαν με το παλιό καθεστώς και δεν υπερέβαιναν το 53% κατά μέσο όρο, η εισπραξιμότητα βελτιώθηκε κατά 24%».
Σύμφωνα, επίσης, με τα στοιχεία του υπουργείου, στο 74,4% ανέρχεται το ποσοστό των ασφαλισμένων αυτοαπασχολουμένων, δηλαδή ελεύθερων επαγγελματιών, εμπόρων, δικηγόρων, γιατρών, μηχανικών και αγροτών, οι οποίοι είτε έχουν αποπληρώσει όλες τις εισφορές στον ΕΦΚΑ είτε έχουν προχωρήσει σε μερική αποπληρωμή των οφειλών τους.
Αυτά προκύπτουν από την επεξεργασία των στοιχείων και τα ειδοποιητήρια τα οποία αναρτήθηκαν στην ιστοσελίδα του ΕΦΚΑ για 1.155.354 μη μισθωτούς, που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν εισφορές αποκλειστικά από εισοδήματα ως ελεύθεροι επαγγελματίες, ανεξάρτητοι αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες.
Σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αναφέρει ότι «η εκκαθάριση των εισφορών του 2017 των μη μισθωτών από τον ΕΦΚΑ και την ΗΔΙΚΑ με το νέο σύστημα υπολογισμού καταρρίπτει το “αφήγημα” ότι οι νέες εισφορές, με βάση το πραγματικό εισόδημα, προκάλεσαν εκτεταμένη απόκρυψη εισοδημάτων. Καταρρίπτει, επίσης, και τους ανυπόστατους ισχυρισμούς ότι το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ προήλθε από την επιβολή δήθεν εξοντωτικών εισφορών στους ελεύθερους επαγγελματίες, στους αυτοαπασχολούμενους και στους αγρότες.
Η εκκαθάριση, η οποία έγινε με βάση τον νέο τρόπο υπολογισμού των εισφορών, τις διαφορές των εισοδημάτων μεταξύ των ετών 2015 (όταν δεν ήταν γνωστός ο ν. 4387/16) και 2016 (όταν τέθηκε σε εφαρμογή ο ν. 4387/16) καθώς και τις εισφορές που έχουν καταβληθεί έως και τους πρώτους μήνες του 2018, κατέδειξε ακριβώς τα αντίθετα».