Περαιτέρω επιδείνωση εμφανίζει η αναλογία του αριθμού των ασφαλισμένων προς τον αριθμό των συνταξιούχων καθώς διαμορφώνεται στο 1,7 προς 1 και θέτει σε κατάσταση επιφυλακής το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας, δεδομένου ότι για να είναι βιώσιμο η αναλογία θα έπρεπε να είναι 4 εργαζόμενοι για κάθε 1 συνταξιούχο.
Η αναλογία 1,7 προς 1 είναι στο όριο του συναγερμού αν λάβει κανείς υπόψη πως οι περικοπές συντάξεων στα μνημόνια έγιναν με μια αναλογία πάνω από 2 προς 1. Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ασφαλιστικό σύστημα μια εκ των οποίων είναι η επιδείνωση της σχέσης ασφαλισμένων – συνταξιούχων, αναφέρθηκε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου μιλώντας χθες στο 5ο Συνέδριο Επαγγελματικής Ασφάλισης.
Ο κ. Τσακλόγλου αναφέρθηκε στον ρόλο των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης ως συμπληρωματικών συνταξιοδοτικών οχημάτων για την εξασφάλιση επάρκειας συνταξιοδοτικού εισοδήματος κάνοντας τρείς ανησυχητικές διαπιστώσεις:
1. Ότι για την προώθηση ταχύρρυθμης ανάπτυξης στη χώρα μας χρειαζόμαστε επενδύσεις και αντίστοιχα αποταμιεύσεις, αλλά δυστυχώς στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή το ποσοστό των αποταμιεύσεων είναι πολύ χαμηλό.
2. Ότι για να μείνει σταθερό το ποσοστό του γηγενούς πληθυσμού θα πρέπει μια γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας να έχει κατά μέσο όρο 2,1 παιδιά. Τελευταία φορά που είχαμε κάποιο τέτοιο νούμερο στην Ελλάδα ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Σήμερα είμαστε κοντά στο 1,4. Παράλληλα, αυξάνεται το προσδόκιμο της επιβίωσης, με αποτέλεσμα η χώρα μας να γίνεται πληθυσμιακά μικρότερη και γηραιότερη.
3. Ότι τα διανεμητικά συστήματα συντάξεων όπως αυτό που έχει η χώρα μας δουλεύουν καλά όταν έχουμε πολλούς εργαζόμενους, και λίγους συνταξιούχους. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουνε περίπου 1,7 εργαζόμενοι για κάθε ένα συνταξιούχο.
Το δημογραφικό αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, παραδέχτηκε ο κ. Τσακλόγλου με τη δημιουργία του ΤΕΚΑ όπως είπε “να αποτελεί την απάντηση του 1ου πυλώνα ασφάλισης στη δημογραφική συρρίκνωση. Με το ΤΕΚΑ, μειώνεται η έκθεση της κοινωνικής ασφάλισης στο δημογραφικό κίνδυνο, ενισχύεται η εθνική αποταμίευση που χρηματοδοτεί εγχώριες επενδύσεις και αυξάνεται η παραγωγικότητα μετατρέποντας το συνταξιοδοτικό σε μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας”. Σύμφωνα με τον κ. Τσακλόγλου, σε άλλα Ευρωπαϊκά κράτη με παρόμοια προβλήματα όπως η χώρα μας, αποφασίστηκαν μέτρα ήδη από τη δεκαετία του 1980, πρώτον, για τη συγκράτηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ (αναπροσαρμογή των ποσοστών αναπλήρωσης, εξάλειψη των ευνοϊκών διατάξεων για πρόωρη συνταξιοδότηση, σύνδεση του ορίου συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο της επιβίωσης) και, δεύτερον, για τη συμπλήρωση των διανεμητικών συστημάτων με κεφαλαιοποιητικά συστήματα.
Στην Ελλάδα, πρόσθεσε, “μέχρι την εποχή των μνημονίων δεν έγινε τίποτα με αποτέλεσμα τα ελλείμματα του συνταξιοδοτικού συστήματος να ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας που μας οδήγησε στην κρίση της προηγούμενης δεκαετίας”.
Αναφερόμενος στα μέτρα που εφαρμόστηκαν με κυριότερο τις περικοπές συντάξεων, σημείωσε ότι οι υπάρχουσες αναλογιστικές μελέτες δείχνουν ότι “εάν δεν αλλάξουμε τους κανόνες το σύστημά μας είναι βιώσιμο. Η συνταξιοδοτική δαπάνη σαν ποσοστό του ΑΕΠ σταδιακά μειώνεται στο επίπεδο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών και ταυτόχρονα μειώνονται τα ελλείμματα της κοινωνικής ασφάλισης”.
Αναφερόμενος στο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης υπογράμμισε ότι επιτυγχάνεται η μείωση του δημογραφικού κινδύνου, η δημιουργία κεφαλαίου τμήμα του οποίου θα επενδυθεί και στην ελληνική οικονομία ενισχύοντας την ανάπτυξη, ενώ αναμένεται ότι οι συντάξεις του ΤΕΚΑ θα είναι υψηλότερες από αυτές του υφισταμένου συστήματος επικουρικής ασφάλισης και θα αυτό θα βοηθήσει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των νέων στην κοινωνική ασφάλιση.