Το μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, πρόεδρος της Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας, Καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και Διευθύντρια ΜΕΘ στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», Αναστασία Κοτανίδου, μίλησε για τις δυσκολίες στο έργο της Επιτροπής, τα εμπόδια και την κόπωση που, όπως παραδέχθηκε, έχουν οδηγήσει σε λάθος αποφάσεις, οι οποίες μεταφέρονται και λανθασμένα. Ωστόσο, μετέφερε και μια αισιόδοξη εκτίμηση για την πανδημία.
Στο πλαίσιο της συζήτησης που διοργάνωσε ο Κύκλος Ιδεών για την παρουσίαση της πανελλαδικής έρευνας της Metron Analysis με θέμα «Πανδημία και κοινωνική συνοχή», η επικεφαλής της ιατρικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας, Αναστασία Κοτανίδου, δεν δίστασε να μιλήσει για τη δυσπιστία κυρίως των νοσηλευτών στον εμβολιασμό, αλλά και τα φαινόμενα δυσπιστίας των πολιτών απέναντι στους επαγγελματίες υγείας αλλά και την ίδια την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων.
Αποκάλυψε πως είχε ζητηθεί η έκδοση δελτίου τύπου μετά τις συνεδριάσεις, ενώ αποκάλυε πως συχνά η Επιτροπή έχει οδηγηθεί σε λανθασμένες αποφάσεις, λόγω της κόπωσης. Ωστόσο, εκτίμησε πως μέσα στο 2021 θα καταφέρουμε να βγούμε από τη στενωπό της πανδημίας. «Το φετινό καλοκαίρι θα είναι πολύ καλύτερο από το περσινό», τόνισε.
Τα λάθη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων
Στην Επιτροπή «στην αρχή είχαμε πάρει το σωστό δρόμο. Κάπου στη μέση το χάσαμε και τώρα δεν μπορούμε να ξαναβρούμε το βηματισμό μας. Γίνονται κάποιες προσπάθειες, αλλά δεν ξέρω πόσο αποτελεσματικές θα είναι», ανέφερε με αφοπλιστική ειλικρίνεια η κα Κοτανίδου.
«Όλοι έχουμε κουραστεί. Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής είναι πολύωρες», εξήγησε προσθέτοντας πως οι συζητήσεις και τα θέματα που έρχονται είναι πολλά. «Αυτό μας οδηγεί τις περισσότερες φορές σε κάποιες λάθος αποφάσεις και σε λάθος μεταφορά αυτών των αποφάσεων», σημείωσε!
Μάλιστα, όπως αποκάλυψε, εδώ και καιρό τα περισσότερα μέλη της επιτροπής είχαν ζητήσει βγαίνει δελτίο τύπου μετά το τέλος της συνεδρίασης, με τα σημεία (bullets) όσων συστήνονται και εισηγούνται.
Χρησιμοποίησε δε, το παράδειγμα της σύσταση για τη χρήση μάσκας, αξιοποιώντας την περίπτωση της γρίπης, καθώς βρέθηκε πως φέτος που φοράμε όλοι μάσκα η επίπτωση της γρίπης είναι μηδενική. Αυτό ίσως έπειθε κάποιους.
Αν και τόνισε πως ο κόσμος γενικά συμμορφώνεται. Οι εικόνες με πολίτες να περιμένουν υπομονετικά σε ουρές έξω από φαρμακεία ή καταστήματα διατηρώντας αποστάσεις είναι πρωτόγνωρες και λίγοι θα πίστευαν ότι θα ήταν δυνατόν στη χώρα μας, ένα χρόνο πριν, όπως ανέφερε η Καθηγήτρια.
Η κυρία Κοτανίδου ξεκαθάρισε πως οι επαγγελματίες υγείας δεν είναι ήρωες. «Κάνουμε τη δουλειά μας και δεν έχουμε ανάγκη τα χειροκροτήματα. Αυτό που έχουμε ανάγκη, διαχρονικά, είναι η αναγνώριση της δουλειάς. Έπρεπε να έρθει μια πανδημία για να αναγνωριστεί το σύστημα υγείας. Εμείς το ξέραμε, όμως, όταν ένα περιστατικό βαρύ πηγαίνει όχι στο ιδιωτικό αλλά στο δημόσιο, όπου η πιθανότητα να καταφέρει είναι μεγαλύτερη», είπε χαρακτηριστικά.
Με αφορμή δε, την αίσθηση του κόσμου ότι τα εμβόλια δεν είναι αποτελεσματικά για τις μεταλλάξεις του κορονοϊού, η Καθηγήτρια ειλικρινώς αναφέρθηκε στην ευθύνη των ειδικών. «Είναι τεράστια ευθύνη όλων μας, που βγαίνουμε και έχουμε δημόσιο λόγο. Δυστυχώς, ομοφωνία δεν υπάρχει σε κανένα επίπεδο. Ειδικά όταν μιλάμε τόσοι πολλοί στα ΜΜΕ, είναι αδύνατον να ακούσετε ίδιες απόψεις», σημείωσε και πρόσθεσε: «Σε αυτό πιστεύω οφείλεται και η δυσαρέσκεια στην Επιτροπή, λόγω της πολυφωνίας. Βγαίνουμε και εκφέρουμε προσωπική άποψη και μετά τα συνδέουμε με την επιτροπή. Αποτέλεσμα είναι ο κόσμος να μην εμπιστεύεται και να έχει κουραστεί από όλα όσα λέει η Επιτροπή».
Διστακτικότητα στα εμβόλια κατά της COVID-19
Η κυρία Κοτανίδου εξέφρασε την έκπληξη της για το ποσοστό των νέων ανθρώπων που δηλώνουν ότι δεν θα κάνουν το εμβόλιο, συμφωνώντας πως πιθανόν σχετίζεται με την αίσθηση, ειδικά των νεότερων, ότι είναι άτρωτοι και είναι προτιμότερο να περάσουν τη νόσο. «Δεν έχω καταλάβει που έχουμε κάνει λάθος και δεν έχουν πειστεί», σημείωσε με διάθεση αυτοκριτικής και υπενθύμισε, πως είναι μεγάλο και το ποσοστό του νοσηλευτικού προσωπικού που αρνείται να εμβολιαστεί κατά του κορονοϊού, στο οποίο μάλιστα οι ηλικίες είναι συνήθως κάτω των 44 ετών.
Ευτυχώς, τα ποσοστά άρνησης είναι μικρά μεταξύ των γιατρών, όπως ανέφερε η κα Κοτανίδου.
Πηγή: sportsup.gr